Κυριακή 31 Μαρτίου 2013

Γέροντας Αθανάσιος Γρηγοριάτης· ο ταπεινός γέροντας της ειρήνης και της υπομονής (1874 – 10 Ιανουαρίου 1954)

Γέροντας Αθανάσιος Γρηγοριάτης· ο ταπεινός γέροντας της ειρήνης και της υπομονής (1874 – 10 Ιανουαρίου 1954)
15 Ιανουαρίου 2013

Άγιον Όρος   Μορφές  



Ο Ανδρέας Πρωτογερόπουλος, αυτό ήταν το κοσμικό όνομα του π. Αθανασίου Γρηγοριάτη, γεννήθηκε στον Πύργο Ηλείας στα 1874 και ήταν ένα από τα εννέα παιδιά της οικογένειας. Ο πατέρας του ήταν νεωκόρος σε μια από τις εκκλησίες της πόλης και συχνά έπαιρνε τα παιδιά του μαζί του στον ναό. Ο μικρός Ανδρέας μέσα στην αγιασμένη ατμόσφαιρα του ναού και μελετώντας βίους αγίων, άρχισε από νωρίς να ποθεί την μοναχική ζωή. Στα τέλη του Ιουλίου του 1891 αναχωρεί μαζί με δύο φίλους του για το Άγιον Όρος. Μόλις έφτασαν στον µόλο, ναύλωσαν βάρκα, αλλά λόγω του ανέμου και της ξαφνικής θαλασσοταραχής, δυσκολεύτηκαν να φθάσουν στον προορισμό τους. Οι τροφές είχαν τελειώσει και ο βαρκάρης και οι φίλοι του είχαν απογοητευτεί. Προς στιγμή σκέφθηκαν να αναβάλουν το ταξίδι τους και να γυρίσουν πίσω. Ο Ανδρέας (π. Αθανάσιος), όμως, επέμενε να συνεχίσουν και τους ενθάρρυνε με πίστη στον Θεό.

π. Αθανάσιος Γρηγοριάτης ο Γέροντας της ειρήνης και της υπομονής
Στην Ιερά Μονή Γρηγορίου
Πράγματι, ανήμερα του Δεκαπενταυγούστου φτάνουν στην Μονή Γρηγορίου, όπου και έμελλε να παραμείνουν. Ο Ανδρέας μπαίνει στην τάξη των δοκίμων για δύο χρόνια υπό την καθοδήγηση του Γέροντά του, του Ηγουμένου, που τότε ήταν ο π. Συμεών, μία εξέχουσα και χαρισματική προσωπικότητα. Μετά από δυο χρόνια κείρεται μοναχός με το όνομα Αθανάσιος και σύμφωνα με τον κανονισμό της Μονής, επειδή ήταν ακόμα αγένειος, τον στέλνουν στον κονάκι των Καρυών για έντεκα ολόκληρα χρόνια. Όταν γυρίζει στο μοναστήρι, χειροτονείται πρεσβύτερος και έξι χρόνια μετά, του προτείνεται να γίνει ηγούμενος. Αυτή την φορά αρνείται με ταπείνωση, πράγμα όμως που δεν μπορεί να κάνει δέκα χρόνια μετά.

Ο παπα-Συμεών, Γέροντας του πατρός Αθανασίου. Έμεινε στην ηγουμενία της Ιεράς Μονής Γρηγορίου 46 έτη (1859-1905). Από την πολλή του αρετή και τις τόσες θυσίες τα οστά του μετά θάνατον ευωδίασαν
Ως ηγούμενος αποτελούσε πρότυπο για όλους τους μοναχούς και παράδειγμα προς μίμηση. Ιδιαίτερη φροντίδα κατέβαλλε στον λατρευτικό τομέα. -«Ό,τι γίνεται για τον Θεό, πρέπει να γίνεται με τον τελειότερο και αξιοπρεπέστερο τρόπο», συνήθιζε να λέει.
Μετά από δεκατρία χρόνια ηγουμενίας υπέβαλε την παραίτησή του (1937), αφού βρέθηκε στην δυσαρέστη θέση να αντιμετωπίσει την παράβαση μιάς παραδεδομένης αρχής, σχετικής με την εσωτερική ζωή της Μονής. Παρά τις παρακλήσεις του υπαιτίου μοναχού, που κατάλαβε το σφάλμα του, αρνείται να αναλάβει πάλι την ηγουμενία και προτιμά να περάσει την υπόλοιπη ζωή του ως απλός μοναχός και να προετοιμαστεί για το ταξίδι του ουρανού, όπως έλεγε.

Ο π. Αθανάσιος υπήρξε σεβάσμια μορφή, που θύμιζε τους παλαιούς Πατέρες της Θηβαΐδας. Πράγματα απλά και σημαντικά, όπως η γαλήνη, η ηρεμία, η έλλειψη ταραχής, η υπομονή, η εσωτερική ειρήνη και η ευγένεια στις σχέσεις του με τους άλλους, ήταν τα στοιχεία που συνέθεταν την προσωπικότητά του. Πτωχεία και στέρηση ήταν αναπόσπαστα στοιχεία στην ζωή του πατρός Αθανασίου, που διέθετε το διορατικό χάρισμα και γεύθηκε θείες παρηγορίες και ουράνιες χαρές.
Το πνευματικό του μεγαλείο
Ο π. Αθανάσιος υπήρξε σεβάσμια μορφή, που θύμιζε τους παλαιούς Πατέρες της Θηβαΐδας. Όποιος τον αντίκριζε εντυπωσιαζόταν αμέσως από την έκφραση του προσώπου του. Η γαλήνη και η σιωπή λες και ήταν μόνιμα χαραγμένες σ’ αυτό. Υπήρξαν περιπτώσεις που στις συνάξεις της Γεροντίας μερικοί ιδιότροποι Γέροντες με τις θέσεις τους τον έθλιβαν πολύ. Αυτός όμως έμενε ατάραχος και μόλις τελείωνε η σύναξη, για να ξεκουραστεί ψυχικά, πήγαινε στην εκκλησία και έψαλλε. Πάνω από όλα τοποθετούσε την υπομονή και την ειρήνη. Την χάρη της σιωπής προσπαθούσε να την μεταδώσει και στους υποτακτικούς του. Έλεγε συχνά: «Με την σιωπή σώζεται κανείς από πολλά κακά». Είχε το χάρισμα να απαλλάσσει τις ψυχές από το δαιμόνιο της λύπης. Κάποτε ένας Νεοσκητιώτης ιερομόναχος ταλαιπωρήθηκε πολύ με έναν πειρασμό και έφθασε στο σημείο να μην τολμά πλέον να λειτουργήσει. Την τελευταία φορά που λειτούργησε δυσκολεύτηκε να τελειώσει και πηγαίνοντας να εξομολογηθεί σκεπτόταν ότι το επιτίμιο θα ήταν μεγάλο. Ο π. Αθανάσιος καταλαβαίνοντας τον ασφυκτικό κλοιό της λύπης τον έσπασε αμέσως.
—«Μπράβο, του λέει. Έτσι ταπεινούς τους θέλω τους ιερείς που εξομολογούνται σ’ εμένα. Ταπεινούς και με συναίσθηση της αναξιότητάς τους. Σε συγχαίρω. Και το επιτίμιο που σου βάζω είναι να αρχίσεις από αύριο να λειτουργείς».
Το πετραχήλι του, κάτω από το οποίο πολυάριθμες ψυχές βρήκαν παρηγοριά και ειρήνη, σώζεται σήμερα στο κελλί ενός μοναχού και συχνά ευωδιάζει. Όταν δε το αγγίξει στο κεφάλι του κάποιος μοναχός που ταλαιπωρείται από λογισμούς λύπης και ταραχής, αμέσως γαληνεύει. Στις σχέσεις του με τους άλλους τον διέκρινε πολλή ευγένεια. Και τους πιο μικρούς μοναχούς της Μονής τους αποκαλούσε προτάσσοντας στο όνομά τους το «πάτερ» ή το «γέρων». Ποτέ δεν τους φώναζε με το όνομά τους μόνο. Διηγείται ένας παλιός εκκλησιαστικός:
«Χρειαζόταν ένα καντηλοκέρι και δεν το έπαιρνε μόνος του, αλλά το ζητούσε ταπεινά από μένα. – Μα Γέροντα, του έλεγα, τι το ζητάς από μένα. Εσύ είσαι Ηγούμενος. Μπορείς να το πάρεις μόνος σου.
— Όχι παιδί μου. Μή σκέπτεσαι έτσι. Στο διακόνημά σου είσαι εσύ Ηγούμενος, απαντούσε».
Η πτωχεία, η στέρηση είναι αναπόσπαστα από την ζωή του μοναχού. Και ο π. Αθανάσιος ήταν συνεπής και με αυτή την αρετή. κάποτε, σε προχωρημένη ηλικία δέχθηκε επίσκεψη από τον διάδοχό του Ηγούμενο. Ο Γέροντας Βησσαρίων πρόσεξε ότι δεν έβαλε ζάχαρη στον καφέ που εκείνη την στιγμή έφτιαχνε. Στην σχετική ερώτηση γιατί δεν έβαλε ζάχαρη, απάντησε ότι δεν έχει. Συγκινημένος από την εκούσια στέρηση του Γέροντα, αφού το Μοναστήρι παρείχε την δυνατότητα να έχουν όλοι οι πατέρες τον καφέ τους και την ζάχαρη, φρόντισε να του φέρουν ζάχαρη. Εκείνος όμως δεν την δέχτηκε λέγοντας: «Δεν έχω μέχρι τώρα στερηθεί τίποτα και τι θα πώ στον Θεό για την πτωχεία που πρέπει να έχει ο μοναχός;».
Ο π. Αθανάσιος αποκάλυπτε όλο τον πλούτο της πίστεως και της ευλάβειάς του όταν λειτουργούσε. Πάντοτε ζητούσε ευκαιρίες να λειτουργεί. κατά την ηγουμενία του, εκτός από τις κυριακές και μεγάλες εορτές που γίνονταν Συλλείτουργα, είχε ως αρχή να λειτουργεί ιδιωτικά δυο φορές την εβδομάδα. Μετά την ηγουμενία του, στα Συλλείτουργα στεκόταν στο αριστερό μέρος της Αγίας τραπέζης. Μετά την Μεγάλη Είσοδο έσκυβε το κεφάλι του και ακινητοποιούσε το βλέμμα του κάτω, ενώ τα μάτια του γίνονταν βρύσες που έπνιγαν το πρόσωπό του με καυτά δάκρυα. Οι συλλείτουργοί του συγκλονίζονταν βλέποντάς τον, σε σημείο να μην μπορούν να συνεχίσουν την Λειτουργία. Ο π. Αθανάσιος είχε και το διορατικό χάρισμα που καταδεικνύεται από τα ακόλουθα περιστατικά: Ένας σπουδαστής της Ιατρικής, ονόματι Παναγιώτης Μίχας, ο μετέπειτα Ηγούμενος Βησσαρίων, έφτασε στην Μονή Γρηγορίου με σκοπό να μονάσει. Φτάνοντας συνάντησε έναν επιβλητικό μοναχό που είχε προσηλωμένο το βλέμμα πάνω του. Δεν γνώριζε ότι πρόκειται για τον Ηγούμενο Αθανάσιο, αφού ποτέ δεν τον είχε συναντήσει. Όταν πλησίασε, εκείνος σαν να τον γνώριζε από καιρό, τον καλωσόρισε με εγκαρδιότητα. -«καλώς τον Παναγιώτη καλώς όρισες παιδί μου στο μοναστήρι μας. Σε περίμενα από καιρό». Η έκπληξη του νεοφερμένου ήταν απερίγραπτη.
Κάποια άλλη φορά ένας Γέροντας από την Κερασιά έστειλε έναν μοναχό στην Μονή Γρηγορίου για πρόσφορα για την Θεία Λειτουργία. Ο μοναχός στον δρόμο σκεπτόταν πώς θα ενεργήσει. Θα έβρισκε πρώτα τον ῾Ηγούμενο να του αναφέρει το αίτημά του. Μετά θα απευθυνόταν στον αρμόδιο μοναχό. Μόλις έφτασε βλέπει τον Ηγούμενο στην πύλη να έρχεται προς το μέρος του κρατώντας κάτι στα χέρια του.
— «Πάρ’ τα, παιδί μου, αυτά» του λέει. «Είναι πρόσφορα για τα οποία σε έστειλε ο Γέροντάς σου».
Η φήμη του
Από τότε που ήταν απλός ιερομόναχος, ο π. Αθανάσιος είχε αποκτήσει φήμη σε όλο το Άγιον Όρος. Όταν ανέβηκε στον ηγουμενικό θρόνο, η ακτινοβολία του έφθασε πολύ μακρύτερα. Πολλοί επισκέπτονταν την Μονή Γρηγορίου μόνο και μόνο για να τον γνωρίσουν. Άλλοι ήθελαν να ζητήσουν πνευματική συμβουλή, άλλοι να εξομολογηθούν. Πρόσωπα που κατείχαν υψηλές θέσεις στην Εκκλησία και στην Πολιτεία έτρεφαν απέναντί του εξαιρετική εκτίμηση. Ο Αρχιεπίσκοπος Χρυσόστομος Παπαδόπουλος, αν και δεν τον είχε γνωρίσει προσωπικά, τον σεβόταν πολύ και δεν έχανε ευκαιρία να του στέλνει χαιρετισμούς και να ζητεί τις ευχές του. Ο βασιλεύς Γεώργιος Β’ επισκεπτόμενος το Άγιον Όρος παρέμεινε τρεις μέρες στην Μονή Γρηγορίου, τον γνώρισε και εκτίμησε το πνευματικό του ανάστημα. Αναφέρεται μάλιστα ότι όχι μόνο συζήτησε μαζί του, αλλά και εξομολογήθηκε σ’ αυτόν. Ακόμα και τα μέλη της Πατριαρχικής Εξαρχίας ζήτησαν να τον δούν όταν πέρασαν από την Μονή Γρηγορίου και καταιγίζοντάς τον με επαίνους, ζητούσαν την ευχή του.
Στην ησυχία του κελλιού
Καθώς περνούσαν τα χρόνια ο π. Αθανάσιος γινόταν πιο εσωτερικός και πιο ευκατάνυκτος. ∆όση κατάνυξη τον διέκρινε, που μπορούσε να δακρύσει μόλις θα ανέφερε το όνομα του Χριστού η κάτι από την επίγεια ζωή Του. Και η εσωστρέφειά του αυξήθηκε στο έπακρο. Απέφευγε συστηματικά τις επικοινωνίες με τους επισκέπτες και ησύχαζε στο κελλί του. Έβγαινε μόνο για να παρακολουθήσει τις Ακολουθίες στον ναό και για να μεταβεί στην τράπεζα. Όταν το επέτρεπε ο καιρός, επισκεπτόταν άλλα δύο προσφιλή του μέρη. Μιά μικρή σπηλιά που την περικύκλωναν ελιές και μπροστά της ανοιγόταν το Αιγαίο και μια μεγάλη ρεματιά, όπου είχε φτιάξει κάθισμα τοποθετώνας μια σανίδα πάνω σε δυο πέτρες. Εκεί έζησε πολλά ιερά βιώματα προσευχόμενος συνέχεια. Είχε παραδοθεί τόσο στην προσευχή, ώστε είχε ξεπεράσει κατά πολύ τον κανόνα του. Έλεγε: «Μπορεί να πέσω αργότερα στο κρεβάτι. Γιατί να μην κάνω τώρα λίγο περισσότερο κανόνα που μπορώ;».

Η εικόνα της Παναγίας που είχε στο κελλί του και ευλαβείτο ο πατήρ Αθανάσιος
Η αγάπη του για την κυρία Θεοτόκο ήταν απεριόριστη. Έδινε τόσο μεγάλη σημασία στους «Χαιρετισμούς», που δεν έκειρε μοναχό που δεν τους ήξερε από στήθους. Έγραφε: «Εις το ηγαπημένο μας Μοναστήρι εις το τέμπλον παραμερίζω εις τας ακολουθίας απέναντι της γλυκείας εικόνος της Θεοτόκου που είναι σαν ζωντανή· μόνον η ομιλία της λείπει, το γλυκύ της, αλλά και σοβαρόν βλέμμα της από παντού σε παρακολουθεί. Ω, πόσον αρέσκομαι εις την θεωρίαν της αγίας εικόνος. Θαρρώ ότι έχω εμπρός μου την ιδίαν την Θεοτόκον».
Θείες αποκαλύψεις
Στον μοναχό που ζεί με συνέπεια την αφιέρωσή του ιδρώνοντας στον δρόμο της ασκήσεως και υπομένοντας καρτερικά «τόν καύσωνα της ημέρας και τον παγετό της νυκτός» στέλνει ο Θεός, όπως το βεβαιώνουν και οι Πατέρες, θείες παρηγορίες και ουράνιες χαρές. Υπάρχουν πολλές ενδείξεις πως και στον π. Αθανάσιο είχε προσφέρει ο Θεός τέτοιες θείες ευλογίες. Κάποιοι πατέρες μαρτυρούν ότι ο π. Αθανάσιος τους είχε αναφέρει τέτοιες εμπειρίες, όταν ο νους του ήταν ξεχασμένος στην προσευχή και άκουσε γλυκύτατες ουράνιες ψαλμωδίες, που δεν υπάρχουν πάνω στην γή παρόμοιές τους. Κάποτε στις επίμονες ερωτήσεις κάποιων πατέρων είχε ομολογήσει πως κατά καιρούς είχε δεί «διάφορα μυστήρια», πλην όμως σε κανέναν δεν τα αποκάλυπτε. κάποια φορά μέσα στο καθολικό αξιώθηκε να δεί ως νεαρή μοναχή με ανείπωτη χάρη και σεμνότητα στο πρόσωπό της, την προστάτιδα της Μονής αγία Αναστασία, που υπερβολικά ευλαβείτο. Μιά άλλη φορά, ενώ γινόταν αγρυπνία στον ναό, τον είδαν οι πατέρες να παραμερίζει από το στασίδι του, να πέφτει κάτω και να προσκυνεί. Όλοι δοκίμασαν έκπληξη γιατί εκείνη την ώρα δεν εδικαιολογείτο γονυκλισία και προσκύνηση. Όταν σηκώθηκε, είδαν τα χαρακτηριστικά του προσώπου του αλλοιωμένα. κανένας δεν έμαθε τι συνέβη μέχρι λίγο πριν το τέλος της ζωής του, που φανέρωσε, μετά από παράκληση του Ηγουμένου Βησσαρίωνος, ότι αντίκρυσε σαν σε όραμα την Παναγία, γεμάτη δόξα και ασύγκριτη μεγαλοπρέπεια.
Επί κλίνης οδύνης
Κατά το 1949 έπεσε πολύ βαριά άρρωστος στο κρεβάτι. Η οστεαρθρίτις, που στα τελευταία του χρόνια τον βασάνιζε, αυτή την φορά επιδείνωσε πολύ την κατάστασή του. Ανήσυχοι οι πατέρες πρότειναν να τον πάνε στην Θεσσαλονίκη για θεραπεία. Δεν το δέχτηκε όμως. Τους οδυνηρούς πόνους τους αντιμετώπιζε με υπομονή. Όταν καμιά φορά αρρώσταινε, απέφευγε να ζητεί γιατρούς και φάρμακα. Στην θέση του γιατρού και των φαρμάκων είχε την προσευχή και την συχνή Θεία κοινωνία. Στην επικίνδυνη αυτή ασθένεια συνέπεσε να είναι Μεγάλη Τεσσαρακοστή. Οι Πατέρες επέμεναν να καταλύσει την νηστεία, γιατί είχε υπερβολικά εξαντληθεί. Αυτός όμως δεν συμφωνούσε. Το μόνο που ζητούσε ήταν να τον κοινωνούν συχνά. Την παραμονή του Ακαθίστου Ύμνου φαινόταν αισιόδοξος.
—«Θα προσευχηθώ απόψε όλη την νύχτα στην Παναγία, λέει στους Πατέρες. Το πρωί θα έρθω στο Συλλείτουργο. Θα κοινωνήσω κι ας πεθάνω».
Όταν κοινώνησε, η υγεία του αποκαταστάθηκε και η ζωή του πήρε πάλι τον κανονικό της ρυθμό. Το 1951 όμως έπεσε πάλι στο κρεβάτι. Ζήτησε να του κάνουν Ευχέλαιο, μετά από το οποίο μοίρασε στους πατέρες που παρευρίσκονταν, κάτι από εκείνα που είχε στο κελλί του για ευλογία.
—«Σας εύχομαι καλό παράδεισο, τους είπε. Εκεί είναι η παντοτινή μας κατοικία. Εδώ είμαστε πρόσκαιροι».
Δεν είχε φτάσει όμως η ώρα της αναχώρησής του. Ο Κύριος του χάρισε δυο χρόνια ζωής ακόμα. Το Δεκέμβριο του 1953, ενώ είχε φτάσει στα ογδόντα του χρόνια, έπεσε πάλι στο κρεβάτι. Τα Χριστούγεννα ήταν αδύνατο να πάει στην εκκλησία. Όλα έδειχναν ότι θα εγκατέλειπε την γη. Οι τελευταίες του ημέρες ήταν σχεδόν οσιακές. Είχε καταργήσει κάθε άλλη τροφή και τρεφόταν μόνο με την Θεία κοινωνία. Ο νους του και η καρδιά του έπλεαν μέσα στην θεωρία της προσευχής. κάπου-κάπου ύψωνε τα χέρια και ευλογούσε, σαν να τελούσε την Θεία Λειτουργία. Δύο ημέρες μετά τα Χριστούγεννα, παρήγγειλε με τον π. Αρτέμιο τον «γηροκόμο» να συναχθούν όλοι οι αδελφοί. Ήθελε να τους αποχαιρετήσει, γιατί προαισθανόταν το τέλος του. Την επόμενη μέρα μετά την Θεία Λειτουργία αισθανόταν κάπως καλά. Ήταν για να περιποιηθεί μόνος του τον εαυτό του. Πλύθηκε και τακτοποιήθηκε. Τα ρούχα που έβγαλε τα έδωσε στον γηροκόμο.
—«Αυτά, του είπε, δεν τα χρειάζομαι πιά. Κάνε τα ό,τι θέλεις».
Ένας από τους νεώτερους μοναχούς που τον είδε έτσι καλύτερα, εκμεταλλεύθηκε την ευκαιρία για να εξομολογηθεί και να συζητήσει κάποια προβλήματά του. Πήρε μάλιστα το θάρρος να ρωτήσει:
—«Γέροντα, με τι τρόπο πληροφορήθηκες ότι πρόκειται να κοιμηθείς;»
—«Παιδί μου, απόψε φεύγω. Αυτό είναι αλήθεια. Πώς όμως πήρα την ειδοποίηση μή ρωτάς».
Μετά το μεσημέρι κάλεσε τον Ηγούμενο.
—«Εγώ, του λέει, πριν ή μετά το Απόδειπνο αναχωρώ. Εσύ να φροντίζεις τους αδελφούς και η Παναγία ποτέ δε θα σε εγκαταλείψει. Πήγαινε τώρα να φέρεις τα Άχραντα Μυστήρια να με κοινωνήσεις». Μετά απευθυνόμενος στον π. Ανδρέα που έντυνε όσους άφηναν τα εγκόσμια, είπε: «Πάτερ Ανδρέα, δεν χρειάζεται να με αλλάξεις. Ετοιμάστηκα μόνος μου. Να με ράψεις, όπως είμαι».
Αφού κοινώνησε, παραδόθηκε στην προσευχή. Συχνά ύψωνε το βλέμμα προς τα πάνω και κάτι σαν να ψιθύριζε. Ανύψωνε και τα χέρια του και ευλογούσε με την ιερατική ευλογία. Πλησίαζε το βράδυ. Άρχισε να νιώθει έντονο ρίγος. Μετά το Απόδειπνο, όλοι οι Πατέρες συνάχθηκαν γύρω του και προσεύχονταν. Το πρόσωπό του έλαμπε. Τα χέρια του δεν μπορούσε άλλο να τα ανυψώσει. Τα σταύρωσε. Έκλεισε τα μάτια του. Μέσα σε υπερκόσμια γαλήνη και ειρήνη, παρέδωσε το πνεύμα του τόσο αθόρυβα που κανείς δεν το αντιλήφθηκε.
Ο θάνατός του όχι μόνο δεν έσβησε την μορφή του από τις καρδιές των υποτακτικών του, αλλά αντίθετα την κατέστησε πιο ποθητή. Πολλές φορές στον ύπνο τους άλλοι τον είδαν να λάμπει μέσα σε θαυμαστό φώς, άλλοι να βρίσκεται σε τιμητική θέση, άλλοι να λειτουργεί με εξαίρετα άμφια σε μεγαλοπρεπή ναό, άλλοι να παρουσιάζεται επιβλητικός και να τους βγάζει από κάποια δύσκολη θέση. Ο μακάριος Γέροντας υπήρξε χωρίς καμιά αμφιβολία «σκεύος χρυσίου ολοσφύρητον κεκοσμημένον παντί λίθω πολυτελεί».

Άποψη της Ιεράς Μονής Γρηγορίου των αρχών του 20ου αιώνα. Στα χρόνια της Ηγουμενίας του, ο π. Αθανάσιος, ενώ έκειρε γύρω στους 27 μοναχούς, κανέναν δεν τόλμησε να προωθήσει στο άγιο Θυσιαστήριο. «Καλύτερα με το κομποσχοίνι στον Παράδεισο παρά με το πετραχήλι στην κόλασι».
* Ευχαριστούμε:
• την Ιερά Μονή Παρακλήτου Ωρωπού Αττικής για την άδεια δημοσίευσης αποσπασμάτων από το βιβλίο «Σύγχρονες ῾Αγιορείτικες μορφές, Αθανάσιος Γρηγοριάτης» και
• την Ιερά Μονή Γρηγορίου Αγίου Όρους για την διάθεση του φωτογραφικού υλικού.
Επιμέλεια: Κωνσταντίνος Αγγελίδης & Κατερίνα Μπαρδάκα

Γέροντας Αθανάσιος Γρηγοριάτης· ο ταπεινός γέροντας της ειρήνης και της υπομονής (1874 – 10 Ιανουαρίου 1954)

Γέροντας Αθανάσιος Γρηγοριάτης· ο ταπεινός γέροντας της ειρήνης και της υπομονής (1874 – 10 Ιανουαρίου 1954)
15 Ιανουαρίου 2013
Άγιον Όρος   Μορφές  

Ο Ανδρέας Πρωτογερόπουλος, αυτό ήταν το κοσμικό όνομα του π. Αθανασίου Γρηγοριάτη, γεννήθηκε στον Πύργο Ηλείας στα 1874 και ήταν ένα από τα εννέα παιδιά της οικογένειας. Ο πατέρας του ήταν νεωκόρος σε μια από τις εκκλησίες της πόλης και συχνά έπαιρνε τα παιδιά του μαζί του στον ναό. Ο μικρός Ανδρέας μέσα στην αγιασμένη ατμόσφαιρα του ναού και μελετώντας βίους αγίων, άρχισε από νωρίς να ποθεί την μοναχική ζωή. Στα τέλη του Ιουλίου του 1891 αναχωρεί μαζί με δύο φίλους του για το Άγιον Όρος. Μόλις έφτασαν στον µόλο, ναύλωσαν βάρκα, αλλά λόγω του ανέμου και της ξαφνικής θαλασσοταραχής, δυσκολεύτηκαν να φθάσουν στον προορισμό τους. Οι τροφές είχαν τελειώσει και ο βαρκάρης και οι φίλοι του είχαν απογοητευτεί. Προς στιγμή σκέφθηκαν να αναβάλουν το ταξίδι τους και να γυρίσουν πίσω. Ο Ανδρέας (π. Αθανάσιος), όμως, επέμενε να συνεχίσουν και τους ενθάρρυνε με πίστη στον Θεό.
π. Αθανάσιος Γρηγοριάτης ο Γέροντας της ειρήνης και της υπομονής
Στην Ιερά Μονή Γρηγορίου
Πράγματι, ανήμερα του Δεκαπενταυγούστου φτάνουν στην Μονή Γρηγορίου, όπου και έμελλε να παραμείνουν. Ο Ανδρέας μπαίνει στην τάξη των δοκίμων για δύο χρόνια υπό την καθοδήγηση του Γέροντά του, του Ηγουμένου, που τότε ήταν ο π. Συμεών, μία εξέχουσα και χαρισματική προσωπικότητα. Μετά από δυο χρόνια κείρεται μοναχός με το όνομα Αθανάσιος και σύμφωνα με τον κανονισμό της Μονής, επειδή ήταν ακόμα αγένειος, τον στέλνουν στον κονάκι των Καρυών για έντεκα ολόκληρα χρόνια. Όταν γυρίζει στο μοναστήρι, χειροτονείται πρεσβύτερος και έξι χρόνια μετά, του προτείνεται να γίνει ηγούμενος. Αυτή την φορά αρνείται με ταπείνωση, πράγμα όμως που δεν μπορεί να κάνει δέκα χρόνια μετά.
Ο παπα-Συμεών, Γέροντας του πατρός Αθανασίου. Έμεινε στην ηγουμενία της Ιεράς Μονής Γρηγορίου 46 έτη (1859-1905). Από την πολλή του αρετή και τις τόσες θυσίες τα οστά του μετά θάνατον ευωδίασαν
Ως ηγούμενος αποτελούσε πρότυπο για όλους τους μοναχούς και παράδειγμα προς μίμηση. Ιδιαίτερη φροντίδα κατέβαλλε στον λατρευτικό τομέα. -«Ό,τι γίνεται για τον Θεό, πρέπει να γίνεται με τον τελειότερο και αξιοπρεπέστερο τρόπο», συνήθιζε να λέει.
Μετά από δεκατρία χρόνια ηγουμενίας υπέβαλε την παραίτησή του (1937), αφού βρέθηκε στην δυσαρέστη θέση να αντιμετωπίσει την παράβαση μιάς παραδεδομένης αρχής, σχετικής με την εσωτερική ζωή της Μονής. Παρά τις παρακλήσεις του υπαιτίου μοναχού, που κατάλαβε το σφάλμα του, αρνείται να αναλάβει πάλι την ηγουμενία και προτιμά να περάσει την υπόλοιπη ζωή του ως απλός μοναχός και να προετοιμαστεί για το ταξίδι του ουρανού, όπως έλεγε.
Ο π. Αθανάσιος υπήρξε σεβάσμια μορφή, που θύμιζε τους παλαιούς Πατέρες της Θηβαΐδας. Πράγματα απλά και σημαντικά, όπως η γαλήνη, η ηρεμία, η έλλειψη ταραχής, η υπομονή, η εσωτερική ειρήνη και η ευγένεια στις σχέσεις του με τους άλλους, ήταν τα στοιχεία που συνέθεταν την προσωπικότητά του. Πτωχεία και στέρηση ήταν αναπόσπαστα στοιχεία στην ζωή του πατρός Αθανασίου, που διέθετε το διορατικό χάρισμα και γεύθηκε θείες παρηγορίες και ουράνιες χαρές.
Το πνευματικό του μεγαλείο
Ο π. Αθανάσιος υπήρξε σεβάσμια μορφή, που θύμιζε τους παλαιούς Πατέρες της Θηβαΐδας. Όποιος τον αντίκριζε εντυπωσιαζόταν αμέσως από την έκφραση του προσώπου του. Η γαλήνη και η σιωπή λες και ήταν μόνιμα χαραγμένες σ’ αυτό. Υπήρξαν περιπτώσεις που στις συνάξεις της Γεροντίας μερικοί ιδιότροποι Γέροντες με τις θέσεις τους τον έθλιβαν πολύ. Αυτός όμως έμενε ατάραχος και μόλις τελείωνε η σύναξη, για να ξεκουραστεί ψυχικά, πήγαινε στην εκκλησία και έψαλλε. Πάνω από όλα τοποθετούσε την υπομονή και την ειρήνη. Την χάρη της σιωπής προσπαθούσε να την μεταδώσει και στους υποτακτικούς του. Έλεγε συχνά: «Με την σιωπή σώζεται κανείς από πολλά κακά». Είχε το χάρισμα να απαλλάσσει τις ψυχές από το δαιμόνιο της λύπης. Κάποτε ένας Νεοσκητιώτης ιερομόναχος ταλαιπωρήθηκε πολύ με έναν πειρασμό και έφθασε στο σημείο να μην τολμά πλέον να λειτουργήσει. Την τελευταία φορά που λειτούργησε δυσκολεύτηκε να τελειώσει και πηγαίνοντας να εξομολογηθεί σκεπτόταν ότι το επιτίμιο θα ήταν μεγάλο. Ο π. Αθανάσιος καταλαβαίνοντας τον ασφυκτικό κλοιό της λύπης τον έσπασε αμέσως.
—«Μπράβο, του λέει. Έτσι ταπεινούς τους θέλω τους ιερείς που εξομολογούνται σ’ εμένα. Ταπεινούς και με συναίσθηση της αναξιότητάς τους. Σε συγχαίρω. Και το επιτίμιο που σου βάζω είναι να αρχίσεις από αύριο να λειτουργείς».
Το πετραχήλι του, κάτω από το οποίο πολυάριθμες ψυχές βρήκαν παρηγοριά και ειρήνη, σώζεται σήμερα στο κελλί ενός μοναχού και συχνά ευωδιάζει. Όταν δε το αγγίξει στο κεφάλι του κάποιος μοναχός που ταλαιπωρείται από λογισμούς λύπης και ταραχής, αμέσως γαληνεύει. Στις σχέσεις του με τους άλλους τον διέκρινε πολλή ευγένεια. Και τους πιο μικρούς μοναχούς της Μονής τους αποκαλούσε προτάσσοντας στο όνομά τους το «πάτερ» ή το «γέρων». Ποτέ δεν τους φώναζε με το όνομά τους μόνο. Διηγείται ένας παλιός εκκλησιαστικός:
«Χρειαζόταν ένα καντηλοκέρι και δεν το έπαιρνε μόνος του, αλλά το ζητούσε ταπεινά από μένα. – Μα Γέροντα, του έλεγα, τι το ζητάς από μένα. Εσύ είσαι Ηγούμενος. Μπορείς να το πάρεις μόνος σου.
— Όχι παιδί μου. Μή σκέπτεσαι έτσι. Στο διακόνημά σου είσαι εσύ Ηγούμενος, απαντούσε».
Η πτωχεία, η στέρηση είναι αναπόσπαστα από την ζωή του μοναχού. Και ο π. Αθανάσιος ήταν συνεπής και με αυτή την αρετή. κάποτε, σε προχωρημένη ηλικία δέχθηκε επίσκεψη από τον διάδοχό του Ηγούμενο. Ο Γέροντας Βησσαρίων πρόσεξε ότι δεν έβαλε ζάχαρη στον καφέ που εκείνη την στιγμή έφτιαχνε. Στην σχετική ερώτηση γιατί δεν έβαλε ζάχαρη, απάντησε ότι δεν έχει. Συγκινημένος από την εκούσια στέρηση του Γέροντα, αφού το Μοναστήρι παρείχε την δυνατότητα να έχουν όλοι οι πατέρες τον καφέ τους και την ζάχαρη, φρόντισε να του φέρουν ζάχαρη. Εκείνος όμως δεν την δέχτηκε λέγοντας: «Δεν έχω μέχρι τώρα στερηθεί τίποτα και τι θα πώ στον Θεό για την πτωχεία που πρέπει να έχει ο μοναχός;».
Ο π. Αθανάσιος αποκάλυπτε όλο τον πλούτο της πίστεως και της ευλάβειάς του όταν λειτουργούσε. Πάντοτε ζητούσε ευκαιρίες να λειτουργεί. κατά την ηγουμενία του, εκτός από τις κυριακές και μεγάλες εορτές που γίνονταν Συλλείτουργα, είχε ως αρχή να λειτουργεί ιδιωτικά δυο φορές την εβδομάδα. Μετά την ηγουμενία του, στα Συλλείτουργα στεκόταν στο αριστερό μέρος της Αγίας τραπέζης. Μετά την Μεγάλη Είσοδο έσκυβε το κεφάλι του και ακινητοποιούσε το βλέμμα του κάτω, ενώ τα μάτια του γίνονταν βρύσες που έπνιγαν το πρόσωπό του με καυτά δάκρυα. Οι συλλείτουργοί του συγκλονίζονταν βλέποντάς τον, σε σημείο να μην μπορούν να συνεχίσουν την Λειτουργία. Ο π. Αθανάσιος είχε και το διορατικό χάρισμα που καταδεικνύεται από τα ακόλουθα περιστατικά: Ένας σπουδαστής της Ιατρικής, ονόματι Παναγιώτης Μίχας, ο μετέπειτα Ηγούμενος Βησσαρίων, έφτασε στην Μονή Γρηγορίου με σκοπό να μονάσει. Φτάνοντας συνάντησε έναν επιβλητικό μοναχό που είχε προσηλωμένο το βλέμμα πάνω του. Δεν γνώριζε ότι πρόκειται για τον Ηγούμενο Αθανάσιο, αφού ποτέ δεν τον είχε συναντήσει. Όταν πλησίασε, εκείνος σαν να τον γνώριζε από καιρό, τον καλωσόρισε με εγκαρδιότητα. -«καλώς τον Παναγιώτη καλώς όρισες παιδί μου στο μοναστήρι μας. Σε περίμενα από καιρό». Η έκπληξη του νεοφερμένου ήταν απερίγραπτη.
Κάποια άλλη φορά ένας Γέροντας από την Κερασιά έστειλε έναν μοναχό στην Μονή Γρηγορίου για πρόσφορα για την Θεία Λειτουργία. Ο μοναχός στον δρόμο σκεπτόταν πώς θα ενεργήσει. Θα έβρισκε πρώτα τον ῾Ηγούμενο να του αναφέρει το αίτημά του. Μετά θα απευθυνόταν στον αρμόδιο μοναχό. Μόλις έφτασε βλέπει τον Ηγούμενο στην πύλη να έρχεται προς το μέρος του κρατώντας κάτι στα χέρια του.
— «Πάρ’ τα, παιδί μου, αυτά» του λέει. «Είναι πρόσφορα για τα οποία σε έστειλε ο Γέροντάς σου».
Η φήμη του
Από τότε που ήταν απλός ιερομόναχος, ο π. Αθανάσιος είχε αποκτήσει φήμη σε όλο το Άγιον Όρος. Όταν ανέβηκε στον ηγουμενικό θρόνο, η ακτινοβολία του έφθασε πολύ μακρύτερα. Πολλοί επισκέπτονταν την Μονή Γρηγορίου μόνο και μόνο για να τον γνωρίσουν. Άλλοι ήθελαν να ζητήσουν πνευματική συμβουλή, άλλοι να εξομολογηθούν. Πρόσωπα που κατείχαν υψηλές θέσεις στην Εκκλησία και στην Πολιτεία έτρεφαν απέναντί του εξαιρετική εκτίμηση. Ο Αρχιεπίσκοπος Χρυσόστομος Παπαδόπουλος, αν και δεν τον είχε γνωρίσει προσωπικά, τον σεβόταν πολύ και δεν έχανε ευκαιρία να του στέλνει χαιρετισμούς και να ζητεί τις ευχές του. Ο βασιλεύς Γεώργιος Β’ επισκεπτόμενος το Άγιον Όρος παρέμεινε τρεις μέρες στην Μονή Γρηγορίου, τον γνώρισε και εκτίμησε το πνευματικό του ανάστημα. Αναφέρεται μάλιστα ότι όχι μόνο συζήτησε μαζί του, αλλά και εξομολογήθηκε σ’ αυτόν. Ακόμα και τα μέλη της Πατριαρχικής Εξαρχίας ζήτησαν να τον δούν όταν πέρασαν από την Μονή Γρηγορίου και καταιγίζοντάς τον με επαίνους, ζητούσαν την ευχή του.
Στην ησυχία του κελλιού
Καθώς περνούσαν τα χρόνια ο π. Αθανάσιος γινόταν πιο εσωτερικός και πιο ευκατάνυκτος. ∆όση κατάνυξη τον διέκρινε, που μπορούσε να δακρύσει μόλις θα ανέφερε το όνομα του Χριστού η κάτι από την επίγεια ζωή Του. Και η εσωστρέφειά του αυξήθηκε στο έπακρο. Απέφευγε συστηματικά τις επικοινωνίες με τους επισκέπτες και ησύχαζε στο κελλί του. Έβγαινε μόνο για να παρακολουθήσει τις Ακολουθίες στον ναό και για να μεταβεί στην τράπεζα. Όταν το επέτρεπε ο καιρός, επισκεπτόταν άλλα δύο προσφιλή του μέρη. Μιά μικρή σπηλιά που την περικύκλωναν ελιές και μπροστά της ανοιγόταν το Αιγαίο και μια μεγάλη ρεματιά, όπου είχε φτιάξει κάθισμα τοποθετώνας μια σανίδα πάνω σε δυο πέτρες. Εκεί έζησε πολλά ιερά βιώματα προσευχόμενος συνέχεια. Είχε παραδοθεί τόσο στην προσευχή, ώστε είχε ξεπεράσει κατά πολύ τον κανόνα του. Έλεγε: «Μπορεί να πέσω αργότερα στο κρεβάτι. Γιατί να μην κάνω τώρα λίγο περισσότερο κανόνα που μπορώ;».
Η εικόνα της Παναγίας που είχε στο κελλί του και ευλαβείτο ο πατήρ Αθανάσιος
Η αγάπη του για την κυρία Θεοτόκο ήταν απεριόριστη. Έδινε τόσο μεγάλη σημασία στους «Χαιρετισμούς», που δεν έκειρε μοναχό που δεν τους ήξερε από στήθους. Έγραφε: «Εις το ηγαπημένο μας Μοναστήρι εις το τέμπλον παραμερίζω εις τας ακολουθίας απέναντι της γλυκείας εικόνος της Θεοτόκου που είναι σαν ζωντανή· μόνον η ομιλία της λείπει, το γλυκύ της, αλλά και σοβαρόν βλέμμα της από παντού σε παρακολουθεί. Ω, πόσον αρέσκομαι εις την θεωρίαν της αγίας εικόνος. Θαρρώ ότι έχω εμπρός μου την ιδίαν την Θεοτόκον».
Θείες αποκαλύψεις
Στον μοναχό που ζεί με συνέπεια την αφιέρωσή του ιδρώνοντας στον δρόμο της ασκήσεως και υπομένοντας καρτερικά «τόν καύσωνα της ημέρας και τον παγετό της νυκτός» στέλνει ο Θεός, όπως το βεβαιώνουν και οι Πατέρες, θείες παρηγορίες και ουράνιες χαρές. Υπάρχουν πολλές ενδείξεις πως και στον π. Αθανάσιο είχε προσφέρει ο Θεός τέτοιες θείες ευλογίες. Κάποιοι πατέρες μαρτυρούν ότι ο π. Αθανάσιος τους είχε αναφέρει τέτοιες εμπειρίες, όταν ο νους του ήταν ξεχασμένος στην προσευχή και άκουσε γλυκύτατες ουράνιες ψαλμωδίες, που δεν υπάρχουν πάνω στην γή παρόμοιές τους. Κάποτε στις επίμονες ερωτήσεις κάποιων πατέρων είχε ομολογήσει πως κατά καιρούς είχε δεί «διάφορα μυστήρια», πλην όμως σε κανέναν δεν τα αποκάλυπτε. κάποια φορά μέσα στο καθολικό αξιώθηκε να δεί ως νεαρή μοναχή με ανείπωτη χάρη και σεμνότητα στο πρόσωπό της, την προστάτιδα της Μονής αγία Αναστασία, που υπερβολικά ευλαβείτο. Μιά άλλη φορά, ενώ γινόταν αγρυπνία στον ναό, τον είδαν οι πατέρες να παραμερίζει από το στασίδι του, να πέφτει κάτω και να προσκυνεί. Όλοι δοκίμασαν έκπληξη γιατί εκείνη την ώρα δεν εδικαιολογείτο γονυκλισία και προσκύνηση. Όταν σηκώθηκε, είδαν τα χαρακτηριστικά του προσώπου του αλλοιωμένα. κανένας δεν έμαθε τι συνέβη μέχρι λίγο πριν το τέλος της ζωής του, που φανέρωσε, μετά από παράκληση του Ηγουμένου Βησσαρίωνος, ότι αντίκρυσε σαν σε όραμα την Παναγία, γεμάτη δόξα και ασύγκριτη μεγαλοπρέπεια.
Επί κλίνης οδύνης
Κατά το 1949 έπεσε πολύ βαριά άρρωστος στο κρεβάτι. Η οστεαρθρίτις, που στα τελευταία του χρόνια τον βασάνιζε, αυτή την φορά επιδείνωσε πολύ την κατάστασή του. Ανήσυχοι οι πατέρες πρότειναν να τον πάνε στην Θεσσαλονίκη για θεραπεία. Δεν το δέχτηκε όμως. Τους οδυνηρούς πόνους τους αντιμετώπιζε με υπομονή. Όταν καμιά φορά αρρώσταινε, απέφευγε να ζητεί γιατρούς και φάρμακα. Στην θέση του γιατρού και των φαρμάκων είχε την προσευχή και την συχνή Θεία κοινωνία. Στην επικίνδυνη αυτή ασθένεια συνέπεσε να είναι Μεγάλη Τεσσαρακοστή. Οι Πατέρες επέμεναν να καταλύσει την νηστεία, γιατί είχε υπερβολικά εξαντληθεί. Αυτός όμως δεν συμφωνούσε. Το μόνο που ζητούσε ήταν να τον κοινωνούν συχνά. Την παραμονή του Ακαθίστου Ύμνου φαινόταν αισιόδοξος.
—«Θα προσευχηθώ απόψε όλη την νύχτα στην Παναγία, λέει στους Πατέρες. Το πρωί θα έρθω στο Συλλείτουργο. Θα κοινωνήσω κι ας πεθάνω».
Όταν κοινώνησε, η υγεία του αποκαταστάθηκε και η ζωή του πήρε πάλι τον κανονικό της ρυθμό. Το 1951 όμως έπεσε πάλι στο κρεβάτι. Ζήτησε να του κάνουν Ευχέλαιο, μετά από το οποίο μοίρασε στους πατέρες που παρευρίσκονταν, κάτι από εκείνα που είχε στο κελλί του για ευλογία.
—«Σας εύχομαι καλό παράδεισο, τους είπε. Εκεί είναι η παντοτινή μας κατοικία. Εδώ είμαστε πρόσκαιροι».
Δεν είχε φτάσει όμως η ώρα της αναχώρησής του. Ο Κύριος του χάρισε δυο χρόνια ζωής ακόμα. Το Δεκέμβριο του 1953, ενώ είχε φτάσει στα ογδόντα του χρόνια, έπεσε πάλι στο κρεβάτι. Τα Χριστούγεννα ήταν αδύνατο να πάει στην εκκλησία. Όλα έδειχναν ότι θα εγκατέλειπε την γη. Οι τελευταίες του ημέρες ήταν σχεδόν οσιακές. Είχε καταργήσει κάθε άλλη τροφή και τρεφόταν μόνο με την Θεία κοινωνία. Ο νους του και η καρδιά του έπλεαν μέσα στην θεωρία της προσευχής. κάπου-κάπου ύψωνε τα χέρια και ευλογούσε, σαν να τελούσε την Θεία Λειτουργία. Δύο ημέρες μετά τα Χριστούγεννα, παρήγγειλε με τον π. Αρτέμιο τον «γηροκόμο» να συναχθούν όλοι οι αδελφοί. Ήθελε να τους αποχαιρετήσει, γιατί προαισθανόταν το τέλος του. Την επόμενη μέρα μετά την Θεία Λειτουργία αισθανόταν κάπως καλά. Ήταν για να περιποιηθεί μόνος του τον εαυτό του. Πλύθηκε και τακτοποιήθηκε. Τα ρούχα που έβγαλε τα έδωσε στον γηροκόμο.
—«Αυτά, του είπε, δεν τα χρειάζομαι πιά. Κάνε τα ό,τι θέλεις».
Ένας από τους νεώτερους μοναχούς που τον είδε έτσι καλύτερα, εκμεταλλεύθηκε την ευκαιρία για να εξομολογηθεί και να συζητήσει κάποια προβλήματά του. Πήρε μάλιστα το θάρρος να ρωτήσει:
—«Γέροντα, με τι τρόπο πληροφορήθηκες ότι πρόκειται να κοιμηθείς;»
—«Παιδί μου, απόψε φεύγω. Αυτό είναι αλήθεια. Πώς όμως πήρα την ειδοποίηση μή ρωτάς».
Μετά το μεσημέρι κάλεσε τον Ηγούμενο.
—«Εγώ, του λέει, πριν ή μετά το Απόδειπνο αναχωρώ. Εσύ να φροντίζεις τους αδελφούς και η Παναγία ποτέ δε θα σε εγκαταλείψει. Πήγαινε τώρα να φέρεις τα Άχραντα Μυστήρια να με κοινωνήσεις». Μετά απευθυνόμενος στον π. Ανδρέα που έντυνε όσους άφηναν τα εγκόσμια, είπε: «Πάτερ Ανδρέα, δεν χρειάζεται να με αλλάξεις. Ετοιμάστηκα μόνος μου. Να με ράψεις, όπως είμαι».
Αφού κοινώνησε, παραδόθηκε στην προσευχή. Συχνά ύψωνε το βλέμμα προς τα πάνω και κάτι σαν να ψιθύριζε. Ανύψωνε και τα χέρια του και ευλογούσε με την ιερατική ευλογία. Πλησίαζε το βράδυ. Άρχισε να νιώθει έντονο ρίγος. Μετά το Απόδειπνο, όλοι οι Πατέρες συνάχθηκαν γύρω του και προσεύχονταν. Το πρόσωπό του έλαμπε. Τα χέρια του δεν μπορούσε άλλο να τα ανυψώσει. Τα σταύρωσε. Έκλεισε τα μάτια του. Μέσα σε υπερκόσμια γαλήνη και ειρήνη, παρέδωσε το πνεύμα του τόσο αθόρυβα που κανείς δεν το αντιλήφθηκε.
Ο θάνατός του όχι μόνο δεν έσβησε την μορφή του από τις καρδιές των υποτακτικών του, αλλά αντίθετα την κατέστησε πιο ποθητή. Πολλές φορές στον ύπνο τους άλλοι τον είδαν να λάμπει μέσα σε θαυμαστό φώς, άλλοι να βρίσκεται σε τιμητική θέση, άλλοι να λειτουργεί με εξαίρετα άμφια σε μεγαλοπρεπή ναό, άλλοι να παρουσιάζεται επιβλητικός και να τους βγάζει από κάποια δύσκολη θέση. Ο μακάριος Γέροντας υπήρξε χωρίς καμιά αμφιβολία «σκεύος χρυσίου ολοσφύρητον κεκοσμημένον παντί λίθω πολυτελεί».
Άποψη της Ιεράς Μονής Γρηγορίου των αρχών του 20ου αιώνα. Στα χρόνια της Ηγουμενίας του, ο π. Αθανάσιος, ενώ έκειρε γύρω στους 27 μοναχούς, κανέναν δεν τόλμησε να προωθήσει στο άγιο Θυσιαστήριο. «Καλύτερα με το κομποσχοίνι στον Παράδεισο παρά με το πετραχήλι στην κόλασι».
* Ευχαριστούμε:
• την Ιερά Μονή Παρακλήτου Ωρωπού Αττικής για την άδεια δημοσίευσης αποσπασμάτων από το βιβλίο «Σύγχρονες ῾Αγιορείτικες μορφές, Αθανάσιος Γρηγοριάτης» και
• την Ιερά Μονή Γρηγορίου Αγίου Όρους για την διάθεση του φωτογραφικού υλικού.
Επιμέλεια: Κωνσταντίνος Αγγελίδης & Κατερίνα Μπαρδάκα

Σάββατο 30 Μαρτίου 2013

Άγιος Γρηγόριος Παλαμάς, Πατέρας της Θ΄ Οικουμενικής Συνόδου

Άγιος Γρηγόριος Παλαμάς, Πατέρας της Θ΄ Οικουμενικής Συνόδου
 
Εορτάζεται τη Β΄ Κυριακή τών Νηστειών τής Μεγάλης Τεσσαρακοστής
 
 
Σεβαστοί πατέρες, αγαπητοί αδελφοί! Η μνήμη του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά συμπίπτει με την 14η Νοεμβρίου. Η Σύνοδος όμως του 1368, η οποία διακήρυξε εις τον κόσμο την αγιότητα του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, λόγω των θαυμάτων τα οποία εποίει και όχι λόγω της παιδείας του, ούτε λόγω των συγγραμμάτων του, που είναι το υψηλότερο στην εποχή του επίτευγμα, αλλά και στην κορυφή συγχρόνως της αγιοπατερικής θεολογικής παραδόσεως, μετέφερε τη μνήμη του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά εις την Β΄ Κυριακή των Νηστειών. Είναι μία πράξις συμβολική και αποφασιστική, διότι η σημερινή ημέρα τιμάται από τους Ορθοδόξους όλου του κόσμου ως επέκταση και προέκταση της Κυριακής της Ορθοδοξίας. Είναι συνέχεια της νίκης της Εκκλησίας ως σώματος Χριστού και εν Χριστώ κοινωνίας εναντίον της πλάνης. Δεν είναι νίκη προσώπων εναντίον άλλων προσώπων, δεν είναι νίκη παρατάξεων εναντίον άλλης παρατάξεως η άλλων παρατάξεων, αλλά είναι η νίκη της Πίστεως. Ο θρίαμβος της Πίστεως ως τρόπου σκέψεως, ως τρόπου ζωής και εμπειρίας αγιοπνευματικής, που μπορεί να οδηγήσει τον άνθρωπο εις την θέωση. Είναι νίκη δηλαδή της σωτηρίας, την οποία εισήγαγε στην ιστορία ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός, άσαρκος εις την Παλαιά Διαθήκη και ένσαρκος εις την Καινή Διαθήκη.
Για να κατανοήσουμε τη σημασία του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, τον οποίο εις τον τίτλο της αποψινής ομιλίας ονομάζουμε Πατέρα της 9ης Οικουμενικής Συνόδου, θα ήθελα να οριοθετήσουμε τα συστατικά του τίτλου αυτού.
 
Η Προσωπικότητα του Αγίου
Ο Άγιος Γρηγόριος γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 1296 και σπούδασε φιλοσοφία, κυρίως αριστοτελική, σε τέτοιο βαθμό, ώστε όταν έδινε δεκαεξαετής τις εξετάσεις του εις το Πανεπιστήμιο της Κωνσταντινουπόλεως, ο μεγάλος λόγιος ο Θεόδωρος Μετοχίτης ενθουσιασμένος να του πει: «Παιδί μου, ούτε ο ίδιος ο Αριστοτέλης θα μπορούσε να εκφραστεί κατά καλύτερο τρόπο».
Θεολογία ο Άγιος Γρηγόριος εσπούδασε εις την Θεολογική Σχολή της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Δεν ήταν κάποιο ίδρυμα κρατικό, διότι η Θεολογική Σχολή είναι το μοναστήρι, είναι το (κοινοβιακό) μοναστήρι. Μέσα στο μοναστήρι ο Άγιος Γρηγόριος έγινε Θεολόγος. Μέσα από την άσκηση και την πνευματική ζωή. Εις το Παπίκιον Όρος, μεταξύ Μακεδονίας και Θράκης, στο Άγιον Όρος και στην Βέροια, με τη αυστηροτάτη άσκησή του. Πέντε ημέρες της εβδομάδος ήταν απομονωμένος εις την αναχωρητική άσκηση, την βαρειά άσκησή του, και δύο ημέρες κατέβαινε για να συζητήσει με το μοναστικό σώμα τα προβλήματα, να μετάσχει δηλαδή στην κοινωνική εν Αγίω Πνεύματι ζωή των συμμοναστών του.
Ο Άγιος Γρηγόριος αναδείχθηκε σε μέγα Θεολόγο της Εκκλησίας, διότι είχε τις κατάλληλες προϋποθέσεις. Ήταν ο Θεολόγος της ασκήσεως, της μετανοίας, και όχι ο Θεολόγος των πτυχίων και των πανεπιστημιακών τίτλων. Επιτρέψτε μου να το πω. Με αξίωσε ο Θεός, το λέγω γιατί τώρα βρίσκομαι στο τελευταίο στάδιο της ζωής μου, δεν ξέρω πόσο ο Θεός θα μ’ αφήσει στον κόσμο, αγγίζω τα εβδομήντα. Λέγω συνήθως, όσα πτυχία και να έχουμε δεν μας καταξιώνουν ως Θεολόγους. Με τη Χάρη του Θεού έχω πέντε πανεπιστημιακά διπλώματα, τρία πτυχία και δύο «Ντοκτορά», διδακτορικούς τίτλους, διδακτορικό Θεολογίας και Φιλοσοφίας - Ιστορίας, αυτά σε ξένο Πανεπιστήμιο. Γιατί τα είπα αυτά; Για να επαναλάβω αυτό που αρέσκομαι να λέγω συνήθως, ότι όλα αυτά, οι τίτλοι και τα πτυχία είναι μηδέν και κάτω του μηδενός, μηδέν και κάτω του μηδενός, ένα τίποτα. Εκείνο, το οποίο χρειάζομαι και μάλιστα ως Κληρικός, είναι μια αχτίδα της Χάριτος του Θεού. Λίγη Χάρη Θεού χρειάζομαι, για να ανταποκριθώ εις τις απαιτήσεις του διακονήματος και λειτουργήματός μου, και σ’ αυτό πιστεύω ότι θα συμφωνούν όλοι οι σεβαστοί συνάδελφοι εν Χριστώ, που είναι στο Άγιον Βήμα.
Έγινε, λοιπόν, μ’ αυτήν την Θεολογία συνεχιστής των Αγίων Πατέρων, ως Θεολόγος κατεξοχήν της παραδόσεως. Ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς εντάχθηκε σε μια σκυταλοδρομία του Αγίου Πνεύματος, η οποία αρχίζει με τους Αποστόλους, τους Αποστολικούς Πατέρες, με πρώτον τον Άγιο Ιγνάτιο Αντιοχείας, συνεχίζεται με τον Άγιο Ειρηναίο, με τον Άγιο Κυπριανό, φθάνει στο Μέγα Αθανάσιο, τους Καππαδόκες Πατέρες, τους Κυρίλλους, των Ιεροσολύμων και της Αλεξανδρείας, και συνεχίζεται αυτή η σκυταλοδρομία με τον Μάξιμο τον Ομολογητή, τον Μέγα Φώτιο τον 9ο αιώνα, για να κορυφωθεί τον 14ο αιώνα στον Άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά και εν συνεχεία στους αγίους Κολλυβάδες Πατέρες, τους ησυχαστές του 18ου αιώνα.
Από την άλλη πλευρά, Φώτιος, Γρηγόριος Παλαμάς και Μάρκος Ευγενικός είναι στην ευθεία γραμμή της παραδόσεως, η οποία προέβαλε τους αγίους Πατέρες, την σκέψη τους και την βιοτή τους απέναντι στην αλλοτριωμένη και διεστραμμένη Δυτική Χριστιανοσύνη. Παρ’ όλα αυτά, ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς -ο Θεός το επέτρεψε, για να τον δυναμώσει περισσότερο- έγινε και ομολογητής της πίστεως. Κατηγορήθηκε ως καινοτόμος και μάλιστα ως αιρετικός. Αυτή ήτανε η κρίση του 14ου αιώνος.
Μετά την Πενθέκτη Οικουμενική Σύνοδο (691/2) έχουμε τέτοια παραδείγματα μέσα στη ζωή της Εκκλησίας, από τα τέλη του 7ου αιώνος και εξής. Οι Άγιοι να θεωρούνται ως καινοτόμοι, οι Άγιοι να θεωρούνται ως αιρετικοί, διότι δεν συμφωνούσαν με μια πολιτική Θεολογία, η οποία είχε διαδοθεί, με Ιεράρχες και Θεολόγους, οι οποίοι προσπαθούσαν να τα έχουν καλά με την εξουσία, για να καρπούνται οφέλη γήινα και προσωρινά. Το 1343 εφυλακίσθη ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς στη φυλακή των ανακτόρων και το 1344 καταδικάσθηκε σε ακοινωνησία! Σύνοδοι είχαν καταδικάσει παλαιότερα τον Ιερό Χρυσόστομο, (σκεφτείτε τον ιερό Χρυσόστομο!) δύο φορές σε εξορία, ώστε να πεθάνει στην εξορία. Ανάλογες Σύνοδοι κατεδίκασαν τον Άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά, γιατί δεν ήταν πρόθυμος να υπηρετήσει τα συμφέροντα των ισχυρών του εκκλησιαστικού χώρου και της πολιτείας. Δεν είναι σπάνιο το φαινόμενο, αγαπητοί αδελφοί, Σύνοδοι που θεωρούνται Ορθόδοξοι, να αθωώνουν τους ενόχους και να καταδικάζουν τους Αγίους. Αυτό το φαινόμενο, που σημαίνει διαστροφή της Παραδόσεως εκ μέρους των, που αποκαλύπτει την εκκοσμίκευση του εκκλησιαστικού χώρου, θα συνεχίζεται όσο υπάρχει η αμαρτία, και φοβερά αποστασία, μέσα στο ράσο. Έτσι, λοιπόν, -θα μου επιτρέψετε παρενθετικά- να προσθέσω κάτι: Συνήθως λέγουν κάποιοι, και δεν είναι άστοχο το ερώτημα, γιατί δεν συμμετέχουν και οι λαϊκοί, μέλη και αυτοί του Σώματος του Χριστού, εις τας Συνόδους της Εκκλησίας. Οι Άγιοι Πατέρες τα έχουν διατάξει κατά τέτοιο τρόπο, ώστε δεν χρειάζεται ούτε εμείς οι πρεσβύτεροι, ούτε οι λαϊκοί να συμμετέχουμε στις Συνόδους. Διότι τότε θα αρχίσει το ερώτημα: γιατί αυτός και όχι εγώ!
Ο Επίσκοπος μετέχει στη Σύνοδο, μεταφέροντας σ’ αυτήν αυτούσια τη γνώμη του ποιμνίου του. Όταν, λοιπόν, κάθε Επίσκοπος μέσα στη Σύνοδο εκφράζει την γνώμη της τοπικής του εκκλησίας, τότε συμμετέχει σ’ αυτήν, έμμεσα, και το πλήρωμά της. Φτάσαμε όμως σε καταστάσεις, αγαπητοί αδελφοί, που άλλη είναι η γνώμη του λαού, άλλη είναι η γνώμη των πρεσβυτέρων, του κλήρου του ευρυτέρου, άλλη είναι η γνώμη των Επισκόπων και τελικά άλλα αποφασίζουν οι Σύνοδοι. Αυτή είναι η κακοτυχία, η οποία μας δέρνει. Και θα μου επιτραπεί ταπεινά να υποβάλω γονυπετής, την παράκλησή μου στην Ιερά Σύνοδο. Ας πνεύσει και σ’ αυτήν ένας αέρας Πατερικός. Ας γίνει και στη Σύνοδό μας μία αναγέννηση, Πατερική όμως και Αποστολική και Προφητική. Κι ας ακούει τη φωνή του ποιμνίου -η Σύνοδος-, διότι θα έλθει εποχή, όπου οι αταξίες που συμβαίνουν στο πεζοδρόμιο καθημερινά, θα εισέλθουν και μέσα στην Εκκλησία. Μόλις ολοκληρωθεί ο σχεδιαζόμενος χωρισμός Εκκλησίας-Πολιτείας, με την πλέον αρνητική έννοια του όρου, τότε θα καταντήσουμε χειρότερα από τους Παλαιοημερολογίτες. Και αν δεν θελήσουμε με πρώτους τους Επισκόπους μας, τους οποίους σέβομαι απόλυτα, εάν δεν θελήσουμε να σωφρονισθούμε και να μην προκαλούμε τον λαό του Θεού, θα φθάσουμε σε φοβερές καταστάσεις στο χώρο τον εκκλησιαστικό. Δεν είμαι προφήτης, αλλά ο Θεός μου επέτρεψε να ασχολούμαι με την επιστήμη της Ιστορίας. Ο ιστορικός εργάζεται πάνω σε νομοτέλειες. Όχι λοιπόν με την διαίσθηση Προφήτου, διότι είμαι ακάθαρτος και ασήμαντος, αλλά με την διαίσθηση που μου δίνει ο χώρος της Ιστορίας, προβλέπω ότι εκεί θα καταλήξουμε. Κλείνω την παρένθεση.
Ο Άγιος Γρηγόριος απελευθερώθηκε το 1343 και από το 1347 μέχρι το 1359, μέχρι την κοίμησή του, διετέλεσε Αρχιεπίσκοπος Θεσ/κης. Το 1368, όπως είπα, η Σύνοδος του Πατριαρχείου για πρώτη φορά στην ιστορία επεμβαίνει για να διακηρύξει, όχι να αγιοποιήσει, -αυτά είναι φράγκικα, δεν έχουμε αγιοποίηση- αλλά επεμβαίνει η Σύνοδος να διακηρύξει την αγιότητά του, την υπάρχουσα και αποδεικνυομένη, όχι από τα βιβλία του, αλλά από τα θαύματά του.
 
Ο Θεσμός των Οικουμενικών Συνόδων
Μιλήσαμε όμως στον τίτλο για 9η Οικουμενική Σύνοδο. Ποια είναι η 9η Οικουμενική Σύνοδος, με την οποία θα συνδέσουμε την παρουσία του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά; Είναι γνωστό από την Ιστορία, ότι έχουμε επίσημα επτά Οικουμενικές Συνόδους. Η Οικουμενική Σύνοδος είναι το ανώτερο κριτήριο της εκκλησιαστικότητος. Για μας τους ορθοδόξους υψίστη μορφή εκκλησιαστικού πολιτεύματος είναι η Οικουμενική Σύνοδος. Κορυφή μας δεν είναι ένας άνθρωπος, ένας Πάπας -εδώ είναι ουσιαστική η διαφορά μας με τον παπισμό. Οι Προτεστάντες τα κατήργησαν όλα, και είναι πιο έντιμοι από τους παπικούς. Είναι πιο έντιμοι, γιατί δε θέλησαν να κρατήσουν τίποτε από την παράδοση της Εκκλησίας και να το διαστρεβλώνουν. Ο Παπισμός όμως υποκατέστησε την Οικουμενική Σύνοδο με τον Πάπα και την έκανε όργανο του παπισμού την Οικουμενική Σύνοδο, θεραπαινίδα των παπικών σχεδίων.
Στην Ορθοδοξία υπάρχει και θα υπάρχει μέχρι τέλους της ιστορίας, ως ύψιστος θεσμός εις την ζωήν της, η Οικουμενική Σύνοδος. Η Οικουμενική Σύνοδος –οικουμενική σημαίνει Σύνοδος όλου του κράτους. Κατά τον όρο του Ξενοφώντος και στο Ελληνικό Βυζάντιο, στην Ελληνική, δηλαδή, Ρωμανία, η λέξη Οικουμένη, σημαίνει κατ’ ουσίαν το κράτος, οικουμενικός διδάσκαλος, οικουμενικοί πατέρες κ.ο.κ.-. Η Οικουμενική Σύνοδος, λοιπόν, είναι η Σύνοδος όλου του κράτους και αντιμετωπίζει τα μεγάλα προβλήματα της πίστεως και τάξεως της Εκκλησίας. Οι Οικουμενικές Σύνοδοι προϋποθέτουν κρίσεις εις το σώμα της Εκκλησίας, που σημαίνει ότι απειλείται η σωτηρία. Και τότε έρχεται ως στόμα της Εκκλησίας η Οικουμενική Σύνοδος, για να διακηρύξει, σε κάθε περίπτωση, την σώζουσα Αλήθεια, σύμφωνα με τους Πατέρες, τους Αποστόλους, τους Προφήτες και τις Μητέρες όλων των αιώνων. Έχουμε επί παραδείγματι την 1η και την 2α Οικ. Σύνοδο, 325 και 381, οι οποίες ασχολήθηκαν με το πρόβλημα, τη μάστιγα καλύτερα, του Αρειανισμού και το Τριαδολογικό πρόβλημα. Έχουμε, λοιπόν, το 381 την ομολογία της πίστεως που είναι το «Πιστεύω», το οποίο απαγγέλλουμε στην Θ. Λειτουργία και σε πολλές άλλες ακολουθίες. Το «Πιστεύω» είναι η ομολογία της πίστεως που σώζει, που οδηγεί στη θέωση, με βάση τις αιρέσεις που προέκυψαν από τον Αρειανισμό. Δεν είναι ολόκληρη η πίστις της Εκκλησίας.
Την περασμένη Κυριακή -πιστεύω ότι κι εδώ, όπως και σε όλη την Ορθοδοξία- ανεγνώσθη ένα μέρος του Συνοδικού της Ορθοδοξίας. Το Συνοδικόν είναι η συνέχεια του Συμβόλου της πίστεως. Άρχισε να συντάσσεται στην Σύνοδο του 843, που έγινε η αναστήλωση των αγίων Εικόνων, και ολοκληρώθηκε τον 14ον αι., στην εποχή του Αγ. Γρηγορίου του Παλαμά, περιλαμβάνοντας και όλες τις μεταγενέστερες, μετά το 843, αιρέσεις. Το Συνοδικόν της Ορθοδοξίας είναι προέκταση, επέκταση του Συμβόλου της Πίστεως. Ο μακαρίτης ο Κοραής, ο οποίος θέλησε να διαμορφώσει όλον τον ελληνικό βίο, έλεγε: «Δέχομαι το Σύμβολο της Πίστεως, άρα είμαι Ορθόδοξος»! Αλλά και οι Προτεστάντες και οι παπικοί, έστω με την μικρή αλλαγή, που έχει μεγάλη σημασία βέβαια, του Filioque, το ίδιο Σύμβολο δέχονται. Εκείνο που χαρακτηρίζει την Ορθοδοξία είναι η συνέχεια του Συμβόλου της Πίστεως, και σ’ αυτήν ανήκει το κείμενο του Συνοδικού της Ορθοδοξίας.
Από την 3η μέχρι την 7η Οικ. Σύνοδο, μέχρι το 787, έχουμε αντιμετώπιση από τους Αγίους μας του Χριστολογικού προβλήματος. Είναι οι σχέσεις των δύο φύσεων, ανθρωπίνης και θείας εις Χριστόν, των δύο ενεργειών, θείας και ανθρωπίνης και των δύο θελήσεων, με κορύφωση εις το πρόβλημα του εικονισμού του Θείου Λόγου. Αν είναι δυνατόν ο Θεός Λόγος, που εσαρκώθη «δι’ ημάς τους ανθρώπους και δια την ημετέραν σωτηρίαν», αν είναι δυνατόν να εικονισθεί. Έχουμε μία σύγκρουση μεταξύ του ελληνικού πνεύματος που δέχεται τον εικονισμό, και του ασιατικού πνεύματος, με όλα τα παρακλάδια του που αρνείται αυτόν τον εικονισμό, ήδη στην Παλαιά Διαθήκη. Και η απόφαση, η διακήρυξη καλύτερα των Αγίων Πατέρων (7η Οικ. Σύνοδος και Σύνοδος του 843) είναι ότι, αφού ο Θεός Λόγος προσέλαβε τον άνθρωπο ολόκληρο, ψυχή και σώμα, και έχουμε εν Χριστώ τέλειον άνθρωπον και τέλειον Θεόν, εικονίζεται ο Θείος Λόγος, κατά την ανθρώπινη φύση Του. Και έτσι μπορούμε να έχουμε τον Ιησούν Χριστόν σε εικόνες και να προσκυνούμε δια της ανθρωπίνης φύσεως, την θεότητα του Ιησού Χριστού. Αυτό είναι τεράστιο επίτευγμα της Εκκλησίας, αλλά και του ελληνικού πνεύματος, το οποίο προσέφερε και αυτό την παράδοσή του, για να εκφρασθεί, να ενισχυθεί και να κηρυχθεί σε όλο τον κόσμο η Ορθοδοξία.
Εάν είχαμε τον Ιησούν Χριστόν σήμερα, (βέβαια Εκείνος επέλεξε το πότε θα ήρχετο μέσα στην Ιστορία ως Θεάνθρωπος), εάν ο Ιησούς Χριστός κυκλοφορούσε ανάμεσά μας σήμερα, θα μπορούσαμε με μία κινηματογραφική μηχανή ή με μία φωτογραφική μηχανή να αποτυπώσουμε την μορφή του, όπως θα φαινόταν ο ίδιος ανάμεσά μας. Αυτό είναι τεράστια νίκη, επαναλαμβάνω, της Ορθοδοξίας και η λύσις του Χριστολογικού προβλήματος.
Υπάρχει όμως και η 8η Οικ. Σύνοδος. Είναι η Σύνοδος του 879, επί Μ. Φωτίου. Ο γνωστός δογματολόγος και δάσκαλός μας, ο Ιωάννης Καρμίρης, στην Θεολογική Σχολή Αθηνών, έλεγε ότι η Σύνοδος του 879 επί Μ. Φωτίου, είναι η τελευταία προ του Σχίσματος Γενική Σύνοδος της Αρχαίας Εκκλησίας, με όλα τα γνωρίσματα Οικ. Συνόδου. Η Σύνοδος αυτή καταδικάζει την δυτική αλλοτρίωση εις την διατύπωση του Filioque, της εκπορεύσεως δηλαδή του Αγίου Πνεύματος, όχι μόνο από τον Πατέρα, όπως ο Χριστός μας το λέει στο 15,26 του κατά Ιωάννην Ευαγγελίου -«ό παρά του Πατρός εκπορεύεται»- αλλά και «εκ του Υιού».
Θα μου επιτρέψετε, μιλώντας για θεολογικά θέματα να πω ότι είναι υπόθεση όχι επαγγελματιών της Θεολογίας, αλλά είναι υπόθεση όλου του Σώματος, όπως η πίστις μας τον 19ο αι. ήταν υπόθεση και του αγραμμάτου –σχολικά- Μακρυγιάννη. Χριστιανός Ορθόδοξος, ο οποίος δεν ζητεί να ενημερωθεί και να κατανοήσει τα προβλήματα της πίστεως, δεν είναι Ορθόδοξος. Γι’ αυτό διάφοροι χώροι που παρουσιάζονται ως Ορθόδοξοι από τον 19ο αι. μέχρι σήμερα, ασχολούνται με ηθικολογικά, με ηθικιστικά προβλήματα και νομίζουν ότι η ενασχόληση με τα δογματικά, -λόγω των σφαλμάτων του Μακράκη- θα οδηγήσει σε παρεκτροπές. Όχι αδελφοί μου, με ταπείνωση, με φόβο Θεού και με την στήριξη των Γερόντων, των πνευματικών μας, πρέπει να επιδιώκουμε να κατανοήσουμε τα θεολογικά προβλήματα και τη σημασία τους. Γιατί τα λέω αυτά;
Κάποτε ένας καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Θεσσαλονίκης, το 1981 σε ένα συνέδριο (αιωνία του η μνήμη) μου λέει: «Μα είναι δυνατόν να ερίζουμε, να φιλονικούμε με τους Δυτικούς χριστιανούς για μία λεξούλα; (για το Filioque). Και τότε ο παπα-Γιώργης –ο Θεός φώτισε– του είπα ένα επιχείρημα που το κηρύσσω μέχρι σήμερα. Λέω, πως υπάρχει μία φρασούλα που λέγεται βλασφημία. Βλασφημούμε τον Θεόν, τον Χριστόν μας, την Παναγία και πολλά άλλα πρόσωπα της εκκλησιαστικής μας πίστεως. Ο αιρετικός, έστω και με μία φράση, εκτοξεύει συνεχώς βλασφημία κατά του Θεού. Πώς είναι δυνατόν, λοιπόν, έστω και σε ατελείς Θ. Λειτουργίες να μετέχουμε με τους αιρετικούς, όταν αυτό που λέγουν, αυτό που διδάσκουν, ο παπισμός, το πρωτείον, το αλάθητον, είναι εκτόξευση «κατά ριπάς» βλασφημιών εναντίον του Θεού; Εμείς με τους λόγους των Αγίων μας, χωρίς να ισχυρίζομαι ότι εμείς είμαστε καλύτεροι ως άνθρωποι, αλλά με τους λόγους των Αγίων μας υμνούμε θεαρέστως τον Θεόν. Εκείνοι με τα λόγια των Παπών και των ψευδοσυνόδων τους βλασφημούν συνεχώς τον Θεό. Πώς είναι δυνατόν, λοιπόν, να υπάρξει κοινωνία; Καταλαβαίνετε τη σημασία και μιας μικρής λέξεως ακόμη. Αν το σκεφθείτε έτσι, ότι κάθε αιρετική παρέκκλιση είναι βλασφημία κατά του Θεού, θα καταλάβετε, γιατί οι Άγιοι Πατέρες τρέμουν κυριολεκτικά, όταν ακούνε τα λόγια των αιρετικών. Εμείς έχουμε φθάσει, μιλώ για τον εαυτό μου, σε τέτοια αναισθησία, ώστε ακούμε συνεχώς να βλασφημείται ο Θεός και δε μας ενδιαφέρει καθόλου. Είναι θάνατος πνευματικός, νάρκωση πνευματική!
Η 8η Οικ. Σύνοδος είναι η σύνοδος του 879, η οποία καταδικάζει το Filioque, την προσθήκη της φράσεως αυτής εις το Σύμβολον και κυρίως εκείνους που εισήγαγαν στο Σύμβολον αυτή την προσθήκη, δηλαδή τον φραγκικό κόσμο και την ηγεσία του.
 
Η Διασταση Ανατολής και Δύσεως
Υπάρχει όμως και η 9η Οικ. Σύνοδος. Είναι οι Σύνοδοι της περιόδου της εκρήξεως του προβλήματος που αφορούσε στον ησυχασμό. Δεν είναι «ησυχαστικές έριδες», οι Φράγκοι μας μάθανε να τις λέμε ησυχαστικές έριδες. Είναι η έκρηξη της αντιστάσεως των ησυχαστών, των Ορθοδόξων δηλαδή, απέναντι στις παπικές και σχολαστικές προκλήσεις.
Είναι οι Σύνοδοι του 1341, του 1347, του 1351, με κατακλείδα την Σύνοδο που ανέφερα πριν, του 1368. Η αφορμή εδόθηκε από τα προβλήματα, τα οποία δημιούργησε η σύγκρουση των δύο παραδόσεων, της Ανατολής και της Δύσεως. Επίσης σχολαστικοί του Βυζαντίου, της Ρωμανίας, λατινίζοντες, ρίχνουν λάδι στη φωτιά. Εκείνα όμως τα πρόσωπα, τα οποία ηγούνται, στην διασπορά πλανών εις την Ορθοδοξο Ανατολή είναι, όπως ξέρετε, ο Βαρλαάμ ο Καλαβρός και ο Γρηγόριος Ακίνδυνος ή Πολυκίνδυνος, όπως τον έλεγαν, ο μαθητής του.
Ο Βαρλαάμ και ο Ακίνδυνος αλλά και οι άλλοι οπαδοί τους, μετέφεραν την δυτική αλλοτρίωση στην Ανατολή. Ήδη στη Δύση είχε διαμορφωθεί ένας άλλος Χριστιανισμός, είχε αλλάξει η ουσία του Χριστιανισμού με την εκκοσμίκευση του Χριστιανισμού στη Δύση, η οποία εκκοσμίκευση σαρκώνεται και κορυφώνεται στην δημιουργία του παπικού κράτους.
Εμείς σήμερα, με ποιόν Πάπα μιλούμε; Με τον Πάπα επίσκοπο, έστω και super επίσκοπο, όπως θέλει να ονομάζεται, -γενικός επίσκοπος υπεράνω όλων των επισκόπων- ή με τον Πάπα βασιλέα και αυτοκράτορα και αρχηγό κράτους; Διερωτώμαι αυτοί που διεξάγουν τέτοιους διαλόγους, πότε θα το συνειδητοποιήσουν; Δύο τινά συμβαίνουν. Ή δεν μπορούν να τα καταλάβουν τα προβλήματα –κάτι που δεν θέλω να πιστέψω, γιατί διαθέτουν λογικό καλύτερο από το δικό μου, η αδιαφορούν και τα θεωρούν όλα αυτά άνευ σημασίας, ασχολούμενοι με κοινωνικά, με πολιτικά και διπλωματικά θέματα.
Η Δύση και όλος ο Χριστιανισμός είχε αλλοτριωθεί σε σημείο που να λέγει ο Ντοστογιέφσκυ, δύο φορές, εις τους αδελφούς Καραμάζωφ και εις τον Ηλίθιον: Με τον άθεο, -ήταν η εποχή της άθεης ιντελιγκέντσιας εις την Ρωσία- με τους αθέους μπορώ να μιλήσω, διότι ξέρω που κινείται η σκέψη τους και ο λόγος τους, τι πιστεύουν και τι δεν πιστεύουν. Με τον παπισμό δεν μπορώ να μιλήσω, διότι ο παπισμός μου δίνει αλλοτριωμένη πίστη, «μου δίνει Χριστό που δεν υπάρχει, μου δίνει τον Αντίχριστο». Αυτό το λέγει ο Φιοντόρ, ο Θεόδωρος, δηλαδή, Ντοστογιέφσκι.
Έτσι λοιπόν η Δύσις εισάγει ό,τι εισάγει, χτυπώντας την καρδιά της Ορθοδοξίας που είναι ο ησυχασμός. Ο ησυχασμός ως άσκηση, ως πρακτική πνευματικότητος, συνοδεύει τον άνθρωπο από την αρχή της Δημιουργίας. Η επιστροφή των Πρωτοπλάστων γίνεται μέσω της πνευματικής ζωής, όπως και η πτώσις τους ήταν καρπός της αρνήσεως της πνευματικής, της αγιοπνευματικής, καλύτερα, ζωής. Ο ησυχασμός με την κάθαρση της καρδιάς, τον φωτισμό της καρδιάς από την Χάρη του Θεού, την άκτιστη, και με την θέωση, ανατρέπει την πλάνη, την αμαρτία μας, ανατρέπει την τραγικότητά μας. Η θεολογική ταυτότητα του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, είναι ο ησυχασμός. Συνεχίζει και επανεκφράζει την πατερικότητα, αλλά κυρίως ο Άγιος Γρηγόριος αντελήφθη την αλλοτρίωση της Δύσεως. Μία Δύση που οι σχολαστικοί οι δικοί μας την ήθελαν και τότε ως συνομιλητή και συνοδοιπόρο.
 
Η Θεολογία της Θεώσεως
Ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, σ’ αυτό το σημείο, συνεχίζει τον Μ. Φώτιο. Ο πρώτος που αντελήφθη την αλλοτρίωση του Δυτικού Χριστιανισμού, -ότι είναι κάτι άλλο, αλλά όχι Χριστιανισμός των Αγίων Πατέρων- ήταν ο Άγιος Φώτιος, με το περίφημο έργο του «Περί της μυσταγωγίας του Αγίου Πνεύματος», που είναι πηγή μέχρι σήμερα εις την διδασκαλία και στα συγγράμματα όλων των θεολόγων μας περί Αγίου Πνεύματος. Ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, ανοίγει περισσότερο τον δρόμο. Είχε δε τις προκλήσεις του Καλαβρού Βαρλαάμ, ώστε να συλλάβει την πλήρη αλλοτρίωση της Δυτικής Θεολογίας. Ποια είναι η ουσία της διδασκαλίας του Αγίου Γρηγορίου, που είναι η συνέχεια της πατερικότητος; Ανακεφαλαιώνει τους Αγίους Πατέρες όλων των εποχών ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς και επαναδιατυπώνει και επανεκφράζει την πίστη με τα μέσα, που του έδιδε η εποχή του. Την ίδια Ορθοδοξία εκφράζει και ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, με τη δική του γλώσσα, με τον δικό του τρόπο, μένοντας όμως πιστός στην θεολογική ομολογία των πατέρων του 4ου, του 5ου κ.ο.κ αιώνος. Δέχεται πρώτον την διάκριση ουσίας και ενέργειας εις τον Θεόν, την ονομάζει «διάκρισιν θεοπρεπή και απόρρητο», που είναι η προϋπόθεση της θεώσεως.
Εάν αρνηθούμε, όπως ο σχολαστικισμός, η θεολογία του παπισμού δηλαδή, την διάκριση ουσίας και ενέργειας, μένει μετέωρον το θέμα της θεώσεως. Πώς θεούμεθα; Ο σκοπός, ο απόλυτος σκοπός και προορισμός κάθε ανθρώπου, όχι μόνο των χριστιανών, είναι η θέωση. Κάθε άνθρωπος να φτάσει στη θέωση. «Ο Θεός πάντας ανθρώπους θέλει σωθήναι και εις επίγνωσιν αληθείας ελθείν» (Α΄ Τιμ. 2, 4). Η «επίγνωση της αληθείας» είναι η θέωση. Να ενωθούμε με την άκτιστη Χάρη τού Θεού. Με την ουσία του Θεού δεν υπάρχει δυνατότητα ενώσεως. Υπερβαίνει πάσα κατάληψη η ουσία του Θεού. Ενούμεθα με την άκτιστη Χάρη και ενέργεια του Θεού, οπότε, αν δεν υπάρχει αυτή η ενέργεια, αλλά η ενέργεια είναι κτιστή, - η μεγαλύτερη βλασφημία μετά το Filioque είναι η παραδοχή κτιστής χάριτος, κτιστής ενέργειας εις τον Θεόν-, δεν είναι δυνατή η σωτηρία.
Κτιστή ενέργεια σημαίνει, έχει αρχή και τέλος. Πώς θα σε σώσει κάτι που έχει αρχή και τέλος; Η ενέργεια της Αγίας Τριάδος, ούτε αρχή έχει, ούτε τέλος. Είναι άναρχη και ατελεύτητη, όπως η ουσία του Θεού. Αφού, λοιπόν, την ουσία δεν μπορούμε να την δεχτούμε -την ουσία του Θεού-, δεχόμεθα την ενέργειά Του. Χάρις, ενέργεια, Βασιλεία, δύναμις, η Βασιλεία των ουρανών, όλα αυτά σημαίνουν την άκτιστη ενέργεια που εκπορεύεται από την Αγία Τριάδα.
Σε κάποιο έργο που προέρχεται από τον ησυχαστικό κύκλο, επιτρέψτε μου αυτή τη στιγμή να ομολογήσω την αδυναμία μου να πω αν είναι του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, ή όχι (αλλά δεν έχει καμιά σημασία, ίσως ανήκει στον Άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά), αποσαφηνίζεται πώς βλέπει τον Θεό η Δύση, ο παπισμός. Βλέπει τον Θεό ως έναν δίσκο ηλιακό, που βρίσκεται στον ουρανό, αλλά οι ακτίνες του δεν φτάνουν στην γη. Τότε ή υπάρχει ο ήλιος ή δεν υπάρχει είναι το ίδιο πράγμα. Δεν μας ζεσταίνει, δεν μας ζωογονεί, αφού οι ακτίνες του δεν φτάνουν εις τον κόσμον. Ο Θεός της Ορθοδοξίας, των Αγίων Πατέρων, είναι ένας ήλιος που στέλνει τις ακτίνες του και ζωογονεί τη γη, και όλη την κτίση, αγιοπνευματικά. Οπότε από τα διάφορα υπόγεια, από την αμαρτία μας, από την πτώση μας, σπεύδουμε να ανεβούμε στην επιφάνεια του εδάφους, για να δεχθούμε τις ζωογόνες ακτίνες, όχι του φυσικού ηλίου, αλλά του υπερφυσικού Ηλίου, του Ηλίου της Δικαιοσύνης.
Γι’ αυτό έφτασε η Δύση από τον Deismus, στον «θάνατο του Θεού». Deismus τι σημαίνει; Θεός, Δημιουργός, αλλά όχι κυβερνήτης του κόσμου. Deus creator, sed non gubernator. Αυτό σημαίνει ότι ο Θεός είτε υπάρχει, είτε δεν υπάρχει, δεν έχει καμία σημασία. Γι’ αυτό ασχολείται η Δύση με κοινωνικά, με ηθικά προβλήματα. Όχι ότι δεν τα συμμεριζόμεθα κι εμείς, αλλά δεν είναι η κύρια προτεραιότητα της πίστεώς μας. Αυτοί ασχολούνται με τα αποτελέσματα, χωρίς να αναζητούν τις ρίζες, την ουσία. Η Δύση, λοιπόν, έφτασε από τον Deismus, εις τον θάνατον του Θεού. Στην δεκαετία του 1950 στην Αμερική και μετά στην Ευρώπη ο θεολογικός κόσμος μιλεί για τον «θάνατο του Θεού» και για την θεολογία «μετά τον θάνατο του Θεού». Τι σημαίνει θάνατος του Θεού; Δεν σημαίνει ότι ο Θεός καθ’ εαυτόν πεθαίνει. Δεν τους απασχολεί, γιατί ή υπάρχει ή δεν υπάρχει ο Θεός δεν λέει τίποτε γι’ αυτούς. Θάνατος του Θεού σημαίνει ότι ο Θεός δεν έχει καμιά σχέση με τη ζωή μας. Ο Θεός δεν μπορεί να μας σώσει. Καταλαβαίνετε, λοιπόν, όχι μόνο βλασφημία, πόση ανοησία κρύβει αυτή η πορεία. Ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, μιλώντας για τη διάκριση ουσίας και ενεργείας, όπως ο Μ. Βασίλειος και οι λοιποί Άγιοι Πατέρες, σώζει την Πίστη και την δυναμική της συγχρόνως εις την θέωση του ανθρώπου. Μιλεί, επίσης, για την ουσία του Θαβωρίου Φωτός. Στην συζήτηση με τους σχολαστικούς και τον Βαρλαάμ ετέθη το θέμα του Θαβωρίου Φωτός. Τι φως είναι; κτιστό ή άκτιστο; Ο Άγιος Γρηγόριος μας λέγει ότι και στο Σινά και στο Θαβώρ και στην Πεντηκοστή έχουμε την άκτιστη ενέργεια του Θεού ως άκτιστο φως. Η αίρεση είναι που προκαλεί όλα αυτά τα προβλήματα. Ο Βαρλαάμ ο Καλαβρός εχαρακτηρίζετο σοφός. Είχε σπουδάσει στην Ρώμη μαθηματικά, φιλοσοφία. Ήταν ουμανιστής. ανθρωπιστής. Για να καταλάβετε αυτό το θέμα, παραπέμπω σε μια πρόσφατη μελέτη του αγαπητού αδελφού και συναγωνιστού, του πατρός Θεοδώρου Ζήση, Καθηγητού στην Θεσσαλονίκη (είναι και αυτός τώρα ομότιμος όπως και ο ομιλών αυτή τη στιγμή) εις τον Ορθόδοξον Τύπον. Σε τρεις συνέχειες αναλύει το αν ο Μέγας Φώτιος ήταν ανθρωπιστής, όπως διάφοροι φιλοσοφούντες θέλουν να τον παρουσιάσουν. Δεν θα επιμείνω περισσότερο γιατί θέλω να ολοκληρώσω αυτές τις σκέψεις.
Ήρθε, λοιπόν, ο Βαρλαάμ ο Καλαβρός από τη Μεγάλη Ελλάδα, την Καλαβρία. Ήρθε και έγινε καθηγητής εις την Κων/πολη. Δέχτηκε μεγάλες τιμές. Μάλιστα εξεπροσώπησε την Ορθοδοξία σε μια Σύνοδο στις αρχές του 14ου αι. εις την Avinion της Γαλλίας, όπου οι πάπες μέσα στις συγκρούσεις τους ήταν εξόριστοι. Ο Παλαμάς διέγνωσε αμέσως τον αιρετικό τρόπο σκέψεως του Βαρλαάμ. Κάποιος μοναχός, για να καταλάβετε τι σημαίνει Άγιος και Πατέρας της Εκκλησίας, κάποιος μοναχός έδωσε στον Άγιο Γρηγόριο ένα κείμενο περί Αγίου Πνεύματος, κατά του filioque, το οποίο είχε γράψει ο Βαρλαάμ. Και όλοι πίστευαν ότι είναι η κορυφή της Ορθοδόξου πίστεως και παραδόσεως. Μόλις διάβασε λίγες γραμμές ο Άγιος Γρηγόριος λέει «είναι αιρετικό το κείμενο». Έκανε τον αντιπαπικό ο Βαρλαάμ, αλλά η μέθοδος την οποία ακολουθούσε προέδιδε την εξάρτησή του από την πτώση του παπισμού, από την σχολαστική φιλοσοφία. Διότι η σκέψη του στηρίζονταν σε συλλογισμούς ανθρωπίνους και όχι στην αποκάλυψη του Θεού δια του Ιησού Χριστού στην Παλαιά και Καινή Διαθήκη και στους Πατέρες της Εκκλησίας. Η φιλοσοφία, λοιπόν, για τον Βαρλαάμ είχε λυτρωτική σημασία, λυτρωτικό χαρακτήρα, και ζητούσε ούτε λίγο ούτε πολύ την εκφιλοσόφηση της πίστεως. Έπρεπε δηλαδή, έλεγε ο Βαρλαάμ, να γίνει κανείς φιλόσοφος, για να μπορέσει να σωθεί. Ένας «ελιτισμός» στον χώρο της πίστεως, στον χώρο της σωτηριολογίας. Ο Άγιος Γρηγόριος απαντούσε ότι ο Θεός πάντας ανθρώπους θέλει σωθήναι, είτε ξέρουμε γράμματα, είτε δεν ξέρουμε. Έχουμε μια άλλη παιδεία μέσα στην καρδιά μας, την παιδεία και την νουθεσίαν του Θεού. Και δεν στηριζόμαστε στα ανθρώπινα γράμματα. Τώρα κατανοείτε γιατί κατεδίκασα όλα τα πτυχία που με την χάρη του Θεού μπόρεσα να αποκτήσω. Μηδέν και κάτω του μηδενός εις την σωτηρία. Η Χάρις του Θεού και το άνοιγμα της καρδιάς σ’ αυτή τη Χάρη είναι η δυνατότητα της σωτηρίας μας και όχι τα γράμματα. Όχι η επίδειξη γνώσεων. Όλα αυτά μπορούν να ωφελήσουν σε πρακτικά θέματα, να κηρύξεις καλύτερα, να χρησιμοποιήσεις μια υψηλότερη γλώσσα, αλλά τις περισσότερες φορές, τα προσόντα αυτά τα κοσμικά γίνονται η αφορμή της πτώσεώς μας. Διότι «φυσιούται» ο άνθρωπος. Αποκτά ο άνθρωπος έπαρση, στηριζόμενος εις τις γήινες γνώσεις του.
Ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς στη συνέχεια γίνεται υπερασπιστής του μοναχισμού, του μοναχισμού της πατερικής παραδόσεως, τον οποίον πολεμούσε ο Βαρλαάμ. Ξέρετε η Δύση είχε χάσει τον αυθεντικό μοναχισμό, όπως είχε χάσει και την αληθινή θεολόγηση. Η αληθινή θεολόγηση περνάει μέσα από την ασκητική πραγματικότητα και πράξη, δηλαδή η Θεολογία είναι καρπός ασκήσεως, ανοίγματος του ανθρώπου στην Χάρη του Θεού. Η Θεολογία δεν είναι υπόθεση διανοητική. Όταν σπούδαζα στη Δύση, έμαθα την φράση «lavoro da tavolino», εργασία του τραπεζιού, του γραφείου. Δεν είναι αυτή η Θεολογία. Η Θεολογία γεννιέται μέσα στην καρδιά του ανθρώπου, με τον φωτισμό του ανθρώπου από την Χάρη του Θεού. Διαφορετικά συντάσσουμε ωραία κείμενα, τα οποία όμως δεν μπορούν να μας οδηγήσουν στην Θεολογία, διότι δεν είναι καρπός αγιοπνευματικής εμπειρίας.
Ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς στη συνέχεια είναι ο Θεολόγος της Θείας Χάριτος. Η Χάρις του Θεού, λέγει, είναι άκτιστη, δεν είναι δημιουργημένη χάρις, κτιστή χάρις, gratia creata. Οι θεούμενοι είναι οι αυθεντίες και όχι τα κείμενα. Αυτό το είχε υποστηρίξει πρώτον ένας μικρασιάτης Θεολόγος, Πατέρας της Εκκλησίας στο κέντρον της Ευρώπης, στο Λούγδουνον, την Λυών, ο Άγιος Ειρηναίος, τον 2ο αι. Ότι αυθεντίες στην Εκκλησία δεν είναι τα κείμενα, αλλά είναι ο θεούμενος, ο άγιος. Αυτός είναι αυθεντία. Ο προφήτης, ο Απόστολος, ο Πατέρας και η Μητέρα όλων των αιώνων. Αυτός που φτάνει στην θέωση. Οι θεολόγοι της Εκκλησίας, λοιπόν, είναι οι θεόπτες, είναι οι προφήτες που ονομάζονται στην Παλαιά Διαθήκη «Ροέ» από το εβραϊκό ρήμα «ραά» (αυτό δεν είναι επίδειξη, είναι γνωστότατο). Το ρήμα «ραά» σημαίνει βλέπω. Προφήτες είναι οι βλέποντες. Τι βλέπουν; Την Χάρη του Θεού, την άκτιστη. (Έχει ένα σπουδαίο βιβλίο ο σεβαστός και αγαπητός συναγωνιστής, ο π. Ιερόθος Βλάχος, Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Ναυπάκτου: «Οι βλέποντες»). Έτσι, λοιπόν, οι Θεολόγοι είναι οι θεόπτες. Οι Θεολόγοι είναι αυτοί που βλέπουν το άκτιστο φως, αυτοί που φθάνουν εις την θεοπτίαν. Και κάτι άλλο. Ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, σε αντίθεση με τον Βαρλαάμ, ο οποίος ζητούσε την εκφιλοσόφηση της πίστεως και τόνιζε ιδιαίτερα τις φιλοσοφικές γνώσεις του ανθρώπου ως παράγοντα σωτηριολογίας, ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς ιεραρχεί την σοφία-παιδεία. Έχουμε, διδάσκει, την θύραθεν, την κοσμική σοφία-παιδεία που παίρνουμε στα σχολεία, και την εσωτερική σοφία-παιδεία που παίρνουμε μέσα από τον πνευματικό αγώνα. Οπότε, λοιπόν, αυτό περνάει στο Συνοδικόν της Ορθοδοξίας εξ αφορμής του Ιωάννου του Ιταλού και άλλων νοθευτών της πίστεως. Είναι το περίφημο εκείνο: «τοις τα ελληνικά διεξιούσι μαθήματα, ου προς παίδευσιν μόνον, αλλά και ταις ματαίαις αυτών γνώμαις επομένοις και ως αληθέσι πιστεύουσι, ανάθεμα»! Το ανάθεμα δεν είναι, όπως νομίζουν πολλοί, κατάρα. Το ανάθεμα σημαίνει χωρισμός. Οι αναθεματιζόμενοι δεν ανήκουν στο Σώμα του Χριστού και ορθά πρέπει να εκφωνείται «πάσι τοις αιρετικοίς ανάθεμα». Τα γράμματα, δηλαδή, δεν μας σώζουν. Το πρόβλημα είναι να μελετάς φυσική, αστροφυσική, και να νομίζεις ότι αυτό μπορεί να σε σώσει. Άλλο η εκπαίδευση του ανθρώπου, (αυτά καθορίζονται από τον Γρηγόριον τον Θεολόγον τον 4ο αιώνα) και άλλο το θέμα της σωτηρίας, της αιωνιότητός μας. Ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς διακρίνει δύο σοφίες, δύο γνώσεις. Όπως και όλοι όσοι ακολουθούν την παράδοση από τον Απόστολο Παύλο και τον Ιάκωβο τον Αδελφόθεο μέχρι τον Ευγένιο Βούλγαρη. Δέχεται ότι η Αποκάλυψις είναι υπέρ κατάληψιν. Δέχεται ότι η Αποκάλυψις του Θεού είναι ο Αληθινός Λόγος του Θεού. Θα σάς πω δε κάτι που κάποιους θα τους ξενίσει. Εμείς λέμε συνήθως η Βίβλος, η Αγία Γραφή περιέχει το Λόγο του Θεού. Δεν είναι η Βίβλος ο Λόγος του Θεού, αλλά είναι καταγραφή της Αποκαλύψεως του Θεού στην καρδιά των Αγίων, των Προφητών και των Αποστόλων. Ο Θεός δεν επικοινωνεί με γλώσσα ανθρώπινη. Ο Θεός δεν επικοινωνεί με κείμενα. Ο Θεός επικοινωνεί, εισερχόμενος δια του Ακτίστου Φωτός Του μέσα στην καρδιά του ανθρώπου, ο οποίος φθάνει να γίνει δεκτικός της Χάριτος του Θεού. Επομένως η Βίβλος δεν είναι ο Λόγος του Θεού καθεαυτόν, είναι «λόγος περί του Λόγου του Θεού». Προηγείται η Αποκάλυψη της καταγραφής της, του γράμματος, της Βίβλου. Πιστεύω να έγινα κατανοητός. Εκεί μας οδηγεί ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς. Εμείς μιλούμε συνεχώς για την Γραφή ως τον Λόγον του Θεού. Είναι «λόγος για τον Λόγο του Θεού». Ο Λόγος του Θεού είναι η φανέρωση της Χάριτος του Θεού μέσα στην καρδιά των Προφητών, των Αποστόλων και όλων των Αγίων.
 
Η Μέλλουσα Πανορθόδοξος Σύνοδος
Αγαπητοί αδελφοί, οι Σύνοδοι του 14ου αιώνος διατυπώνουν την θεολογία περί της Θείας Χάριτος. Η Ορθόδοξη Παράδοση δέχεται αυτές τις Συνόδους ως 9η Οικουμενική και πανορθόδοξα γίνεται αυτό αποδεκτό από γνωστούς Θεολόγους. Διότι και η Σύνοδος αυτή, όπως και η 8η το 879, διαφοροποιούν ριζικά την ορθόδοξη Εκκλησία, στην πατερική συνέχειά της, από τον χριστιανισμό της Δύσεως. Ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, λοιπόν, με την θεολογία του, καρπό της παρουσίας του Αγίου Πνεύματος μέσα στην φωτισμένη από το Άγιο Πνεύμα καρδιά του, είναι ο Πατέρας της 9ης Οικουμενικής Συνόδου.
Ένα επίκαιρο ερώτημα είναι: Η μέλλουσα να συνέλθει πανορθόδοξος Σύνοδος τι θα κάνει; Ετοιμάζεται αυτή η Σύνοδος, για να μας οδηγήσει, όπως διαβάζουμε και όπως βλέπουμε, στην αποδοχή του παπισμού και του Προτεσταντισμού ως αυθεντικών χριστιανισμών. Αυτό είναι το τραγικό. Εύχομαι να μη γίνει ποτέ. Αλλά εκεί οδηγούνται τα πράγματα. Εάν, λοιπόν, συνέλθει η Πανορθόδοξος Σύνοδος, που θα έχει τον χαρακτήρα για μας Οικουμενικής Συνόδου, εάν συνέλθει και δεν δεχθεί μεταξύ των Οικουμενικών Συνόδων την 8η και την 9η, θα είναι ψευδοσύνοδος. Όπως η Σύνοδος Φεράρας-Φλωρεντίας. Και τότε επεβλήθη από κάποιους δεσποτάδες Ανατολικούς και Δυτικούς, επεβλήθη η Σύνοδος Φεράρας-Φλωρεντίας, αλλά ήταν αρκετή η αντίσταση εν Αγίω Πνεύματι κάποιων κορυφών της παραδόσεώς μας, όπως ο Άγιος Μάρκος ο Ευγενικός, ώστε τελικά να χαρακτηριστεί ψευδοσύνοδος. Αιρετική Σύνοδος, αποτυχημένη Σύνοδος, η Σύνοδος Φεράρας-Φλωρεντίας.
Η μέλλουσα να συνέλθει, λοιπόν, Πανορθόδοξος Σύνοδος θα κριθεί σ’ αυτό το σημείο. Εάν παρακάμψει αυτές τις δύο Συνόδους που τοποθετούν την Ορθοδοξία απέναντι στον Δυτικό χριστιανισμό. Εκεί είναι το κρίσιμο ερώτημα. Αυτοί θέλουν να παρουσιάσουν την ενότητα, ότι ο Δυτικός Χριστιανισμός είναι παράλληλη μορφή της Ορθοδοξίας των Αγίων Πατέρων. Εκεί κάποιοι εργάζονται, προς τα εκεί κάποιοι θέλουν να οδηγήσουν. Ο Θεός όμως είναι πάνω από όλους μας.
Ένα ψευδοεπιχείρημα, λοιπόν, που κυκλοφορείται στο χώρο της δικής μας Θεολογίας, της Ακαδημαϊκής Θεολογίας, είναι ότι ουδεμία Οικουμενική Σύνοδος κατεδίκασε τον Δυτικό Χριστιανισμό. Και όμως έχουμε δύο Οικουμενικές Συνόδους, του 879 και εκείνης του 14ου αιώνος, που διαφοροποιούν την Ορθοδοξία από τον Δυτικό Χριστιανισμό.
Είναι τραγικό! Δεν επιχαίρω, ούτε θριαμβολογώ. Η επιθυμία όλων μας πρέπει να είναι να συναντηθούμε στην ενότητα των Προφητών, των Αποστόλων και των Πατέρων όλων των αιώνων. Διαφορετικά κάθε ένωση θα είναι ψευδένωσις και όχι μόνον αυτό, αλλά θα καταστρέφει και θα διαστρέφει κάθε προσπάθεια, ειλικρινή προσπάθεια, που θέλει να οδηγηθεί στο θέμα της σωτηρίας. Ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς ελέγχει την σημερινή κατάσταση της Ορθοδοξίας. Υπάρχει σύγχυση. Σχετικοποίηση της πίστεως, πολιτικοί συμβιβασμοί. Οι διάλογοι οι εκκλησιαστικοί είναι απομίμηση των πολιτικών συζητήσεων. Έτσι, ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς -γι’ αυτό δεν γίνεται ευχάριστα δεκτός- εμπνέει διάθεση ομολογίας και μαρτυρίου ακόμη, αν ο Θεός το επιτρέψει, στην εποχή μας. Βοηθεί, επίσης, στη συνέχεια της Ορθοδοξίας, της Ορθοδόξου Παραδόσεως. Η επανέκφραση της Πίστεως με τα μέσα κάθε εποχής δεν έχει τίποτε το κοινό με την αναζητούμενη από δικούς μας θεολόγους Οικουμενιστές «επανερμηνεία» της πίστεως. Δεν είναι θέμα επανερμηνείας, πώς θα κατανοήσουμε λ.χ. το παπικό πρωτείο. Συγγνώμη για την φράση, και ο σκύλος χορτάτος και η πίτα αφάγωτη! Μα είναι αυτά σοβαρά πράγματα, όταν παίζουμε «εν ου παικτοίς»; Όταν παίζουμε με τη σωτηρία; Όταν παίζουμε με την αιωνιότητα; Διαγράφουμε όλους τους Αγίους εν ονόματι των Αγίων. Διότι το πνεύμα, το οποίον κυριαρχεί, είναι να εκθειάζουμε τους Αγίους. Κι όπως, μακαρίτης τώρα, Αρχιεπίσκοπος έλεγε: Δεχόμεθα τον Μάρκο τον Ευγενικό και τον τιμάμε. Εκείνος έτσι έπρεπε να μιλήσει στην εποχή του, εμείς μιλούμε με τον δικό μας τρόπο στην δική μας εποχή. Κάτι παρόμοιο ελέχθη. Ο Χριστός όμως είναι πάντα ο αυτός «παρατεινόμενος εις τους αιώνες». Και η πίστη που σώζει είναι μία συνταγή, ένα φάρμακο που δεν αλλοιώνεται, δεν δέχεται αλλαγές. Είναι μία και ενιαία η πίστις. Η αποδοχή του Λόγου του Θεού από την εμπειρία των Αγίων, για να γίνει και δική μας εμπειρία.
Η κατανόηση, λοιπόν, των Αγίων, όπως ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, θέτει το πρόβλημα της αποδοχής της γλώσσας των Αγίων. Η γλώσσα των Αγίων είναι η έκφραση της Ορθοδόξου Παραδόσεως. Με αυτή τη σκέψη καταλήγω κι εύχομαι ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς να συνοδεύει τη ζωή μας. Καλόν το υπόλοιπον Στάδιον της Μεγάλης Τεσσαρακοστής και Καλή Ανάσταση!